Η εκμάθηση ξένων γλωσσών δεν ανοίγει για τον άνθρωπο μόνο νέους πολιτιστικούς και επικοινωνιακούς ορίζοντες, φαίνεται πως αποτελεί παράλληλα «όπλο» ενάντια στην ασθένεια, συμβάλλοντας πρωτίστως στην υγεία του εγκεφάλου μας.

Μια νέα ινδο-βρετανική επιστημονική μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Stroke καταδεικνύει ότι η γνώση ξένων γλωσσών αποτελεί ένα φυσικό «εργαλείο αποκατάστασης» μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα νέα ευρήματα, οι άνθρωποι που είναι δίγλωσσοι ή πολύγλωσσοι έχουν διπλάσιες πιθανότητες να αποκτήσουν ξανά τις φυσιολογικές νοητικές λειτουργίες τους μετά από ένα εγκεφαλικό, σε σχέση με όσους μιλούν μόνο την μητρική γλώσσα τους.

Η μελέτη έρχεται να προστεθεί σε άλλες που έχουν δείξει τα πολλαπλά οφέλη για την υγεία του εγκεφάλου, όταν μιλά κανείς περισσότερες γλώσσες. Μεταξύ άλλων, έχει διαπιστωθεί ότι η γνώση και η συχνή χρήση ξένων γλωσσών καθυστερεί την εμφάνιση άνοιας και Αλτσχάιμερ.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Νευρολογίας Σουβάρνα Αλαντί του Ινστιτούτου Ιατρικών Επιστημών Νιζάμ του Χαϊντεραμπάντ και τον Τόμας Μπακ του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, μελέτησαν τις περιπτώσεις 608 ασθενών που είχαν πάθει εγκεφαλικό. Από αυτούς, πάνω από τους μισούς μιλούσαν δύο ή περισσότερες γλώσσες.

Όπως διαπιστώθηκε, έως δύο έτη μετά από το εγκεφαλικό επεισόδιο, διπλάσιο ποσοστό δίγλωσσων ή πολύγλωσσων ασθενών (πάνω από 40%) είχε επανέλθει στη φυσιολογική κατάσταση σε σχέση με όσους μιλούσαν μόνο μια γλώσσα (σχεδόν 20%). Τα νοητικά-γνωσιακά τεστ μετά το εγκεφαλικό έδειξαν ότι γενικότερα οι πολύγλωσσοι τα πήγαιναν καλύτερα, ενώ ήταν επίσης λιγότερο πιθανό να εμφανίσουν άνοια.

Ερωτηματικό παραμένει σε ποιο βαθμό τα ευρήματα της μελέτης έχουν καθολική ισχύ διεθνώς. Το Χαϊντεραμπάντ στη νότια Ινδία, όπου διεξήχθη η έρευνα, είναι μια μεγάλη, ιδιαίτερα πολυπολιτισμική πόλη, όπου ομιλούνται πολλές γλώσσες και πολλοί κάτοικοί της συχνά εναλλάσσουν γλώσσα μέσα στη μέρα (χίντι, ουρντού, αγγλικά κ.α.).

Όπως είπε η Αλλαντί, «το νοητικό όφελος ίσως να μην είναι τόσο μεγάλο σε μέρη όπου η ανάγκη της χρήσης δύο ή περισσοτέρων γλωσσών δεν είναι τόσο έντονη», γι' αυτό τόνισε ότι το ζήτημα πρέπει να μελετηθεί ευρύτερα.

Ο βιολογικός μηχανισμός που εξηγεί την προστατευτική δράση της δεύτερης ή τρίτης γλώσσας αποδίδεται στο λεγόμενο «γνωσιακό απόθεμα»: το πολυδαίδαλο δίκτυο νευρωνικών συνδέσεων που «χτίζει» σε μεγαλύτερο βαθμό ο εγκέφαλος των δίγλωσσων ή πολύγλωσσων, έτσι ώστε αν καταστραφούν μερικές από αυτές λόγω ενός εγκεφαλικού, υπάρχουν ακόμη αρκετές «εφεδρείες» για να συνεχιστεί απρόσκοπτα η νοητική λειτουργία. Η εγκεφαλική αυτή «εφεδρεία» μπορεί να δημιουργηθεί με διάφορους τρόπους και ένας από αυτούς είναι η παράλληλη χρήση άλλων γλωσσών.

Μετά από ένα εγκεφαλικό, σχεδόν ένας στους πέντε ασθενείς πεθαίνει και πολλοί περισσότεροι μένουν με αναπηρίες, όπως παράλυση άκρων, δυσκολία ομιλίας, άνοια, κατάθλιψη κ.α., ανάλογα με το ποιά περιοχή του εγκεφάλου έχει πληγεί.



Πηγή:onmed.gr