Δημοσιεύουμε παρακάτω τις απαντήσεις των Γενικών Συνελεύσεων των Τμημάτων Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας της χώρας σε έγγραφο της Δρ. Μανωλοπούλου-Σέργη Ελένης, Σχολικής Σύμβουλου ΠΕ06 και Πρόεδρου του Συμβουλίου Θεμάτων Ιδιωτικής Εκπαίδευσης (ΣΘΙΕ) σχετικά με το θέμα της επάρκειας διδασκαλίας.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΣΧΟΛΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ
ΤΜΗΜΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ
Προς
Δρ. Ελένη Μανωλοπούλου-Σέργη,
Πρόεδρο του ΣΘΙΕ.
Υπουργείο Παιδείας ΔΒΜΘ
ΑΘΗΝΑ
Κοινοποίηση: Γραφείο κου Υπουργού Παιδείας ΔΒΜΘ
Κυρία Πρόεδρε,
Η Γενική Συνέλευση του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης συζήτησε στη συνεδρίαση 323/5-4-2012 το έγγραφό σας με αριθμ. Πρωτ. 30328/Δ5.
Τα μέλη της Γ.Σ. θέλουν καταρχήν να εκφράσουν την ικανοποίησή τους για την απόφασή σας να εξετάσετε το ζήτημα της ερμηνείας του Νόμου 2545/1940 αλλά οφείλουν να επισημάνουν ότι πρόκειται για έναν αναχρονιστικό Νόμο την κατάργηση του οποίου το Τμήμα μας επιδιώκει από δεκαετίες. Ο Νόμος 2545/1940 περιορίζει κατά τη γνώμη μας τα προσόντα που απαιτείται να έχει ο / η εκπαιδευτικός που θα διδάξει γλώσσα και αντίκειται στα προσόντα που προδιαγράφει και η Ευρωπαϊκή Ένωση για τον εκπαιδευτικό γλώσσας.
Σας παραπέμπουμε ενδεικτικά στο European Profile for Language Teacher Education – A Frame of Reference (Ευρωπαϊκή Επιτροπή 2004) όπου περιγράφονται τα βασικά χαρακτηριστικά της εκπαίδευσης και οι βασικές δεξιότητες του δασκάλου γλώσσας στην Ευρώπη του εικοστού πρώτου αιώνα και δίνονται παραδείγματα καλών πρακτικών και πρακτικές συμβουλές για την εφαρμογή τους. Στην ίδια κατεύθυνση το Συμβούλιο της Ευρώπης και το European Centre for Modern Languages (2008) προτείνουν το European Portfolio for Student Teachers of Languages - A reflection tool for language teacher education (EPOSTL) το οποίο στηρίζεται στο ΚΕΠΑ(Γ) και στο Ευρωπαϊκό Προφίλ για την Εκπαίδευση των δασκάλων γλώσσας και υποστηρίζει τους μελλοντικούς δασκάλους γλώσσας κατά την προετοιμασία τους για το επάγγελμα τους σε διαφορετικά μαθησιακά /διδακτικά συγκείμενα. Έχει επίσης ως στόχο να αποτελέσει ένα πλαίσιο αναφοράς για όλους όσους ασχολούνται με την εκπαίδευση και την κατάρτιση των καθηγητών γλώσσας σε εθνικό και ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Παρόλα αυτά θα προσπαθήσουμε στη συνέχεια να απαντήσουμε στο συγκεκριμένο ερώτημα που θέτετε, δηλαδή αν «ένας μέσος απόφοιτος ... βρίσκεται λίγο π ι ο πάνω σε προσόντα από έναν, ο οποίος είναι απόφοιτος Λυκείου και κάτοχος πιστοποιητικού Γ2 ...».
Θα πρέπει να τονίσουμε ότι το πιστοποιητικό Γ2 πιστοποιεί αποκλειστικά τη γνώση της διδασκόμενης ξένης γλώσσας και συγκεκριμένα την ικανότητα χρήσης της (επικοινωνιακή δεξιότητα κατά Hymes). Δεν προϋποθέτει όμως άλλου τύπου δεξιότητες και γνώσεις (= προσόντα) που είναι απαραίτητες για την αποτελεσματική διδασκαλία της ξένης γλώσσας, όπως γνώσεις στην ανάλυση και τη διδακτική μεθοδολογία της γλώσσας, γνώσεις σχετικά με τη διαχείριση της σχολικής τάξης, γνώσεις του πολιτισμού της γλωσσικής κοινότητας, που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ίδιας της γλώσσας και συμβάλλει τόσο στην επιτυχή διαπροσωπική επικοινωνία σε πολύγλωσσα και πολυπολιτισμικά περιβάλλοντα (όπως είναι το σημερινό ευρωπαϊκό περιβάλλον) όσο και στην ανάπτυξη της πολλαπλοπολιτισμικότητας (pluriculturalism) των μαθητών.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι ως προς το επίπεδο γλωσσομάθειας το Τμήμα μας εκτιμά ότι δεν υπάρχει ουσιαστική απόκλιση – παρόλο που στους κατόχους πιστοποιητικού Γ2 λείπουν δεξιότητες που αφορούν ειδικά λεξιλόγια από τα γνωστικά αντικείμενα που μελετούν οι πτυχιούχοι του Τμήματός μας. Ως προς τα άλλα προσόντα όμως που σε ευρωπαϊκό αλλά και διεθνές επίπεδο θεωρούνται απαραίτητα για τη διδασκαλία της ξένης γλώσσας η σύγκριση είναι ουσιαστικά αδύνατη, αφού οι πτυχιούχοι του Τμήματός μας παρακολουθούν μαθήματα και εμβαθύνουν στα αντικείμενα της γλωσσολογίας, διδακτικής μεθοδολογίας της γερμανικής ως ξένης γλώσσας, γερμανικής λογοτεχνίας και πολιτισμού και παιδαγωγικής και στα τέσσερα χρόνια των σπουδών τους και ολοκληρώνουν τις σπουδές τους με την πρακτική άσκηση στα σχολεία (πρβ. http://www.del.auth.gr ).
Συνεπώς, η απάντηση του Τμήματός μας είναι πως, συνολικά, η προετοιμασία των πτυχιούχων του Τμήματός μας δεν είναι απλά «λίγο πιο πάνω» από την προετοιμασία των «επαρκειούχων», αλλά δεν συγκρίνεται μ’ αυτήν αφού βασικά προσόντα είναι ανύπαρκτα στους «επαρκειούχους». Παράλληλα, για τους λόγους που αναπτύξαμε σύντομα παραπάνω το Τμήμα μας εμμένει στην πάγια θέση του ότι θα πρέπει να καταργηθεί ο αναχρονιστικός θεσμός της επάρκειας.
Είμαστε στη διάθεση του Συμβουλίου για παροχή περισσότερων πληροφοριών ως προς το συγκεκριμένο θέμα.
Η Πρόεδρος
α/α
Η αναπληρώτρια Πρόεδρος
Καθ. Αγγελική Κοιλιάρη
--------------------------------------------------------------------------------------------
ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ
Προς την
Δρ. Ελένη Μανωλοπούλου-Σέργη,
Πρόεδρο του Σ.Θ.Ι.Ε.
Κυρία Πρόεδρε,
Η Γενική Συνέλευση του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών συζήτησε στη συνεδρίαση της 25.4.2012 το έγγραφό σας με αρ. πρωτ. 30328/Δ5.
Τα μέλη της Γ.Σ. αποφάνθηκαν κατηγορηματικά: ένας απόφοιτος λυκείου, έστω και με άριστη γνώση ξένης γλώσσας, δεν έχει τα επιστημονικά εχέγγυα να την διδάσκει, σε όποιο επίπεδο, ούτε βέβαια στη δημόσια, αλλά ούτε και στην ιδιωτική εκπαίδευση. Το ίδιο ισχύει για πτυχιούχους πανεπιστημίων της αλλοδαπής, εάν το αντικείμενο σπουδών δεν αφορά την Ξένη Γλώσσα και Φιλολογία.
Ουδείς καθίσταται ικανός να διδάσκει γλώσσα, με μόνο τεκμήριο ότι την κατέχει, ιδιαίτερα εάν λάβουμε υπόψη μας ότι η διδασκαλία μιας γλώσσας είναι μετάγγιση του όλου πολιτισμού των κοινωνιών που ομιλούν την γλώσσα αυτή. Προκειμένου, όμως, να μεταβιβαστεί ο «κόσμος των ιδεών» των γλωσσικών αυτών κοινοτήτων, οι διδάσκοντες την γλώσσα αυτή πρέπει (πέρα από την παιδαγωγική κατάρτισή τους και την εμβάθυνση σε ζητήματα μεθοδικής/διδακτικής) να είναι γνώστες του όλου αυτού πολιτισμικού πλούτου.
Οι πτυχιούχοι του Τμήματός μας, όπως όλοι οι πτυχιούχοι πανεπιστημιακών τμημάτων της χώρας μας, ακολουθούν ένα πρόγραμμα σπουδών που εξασφαλίζει την ανωτέρω επιστημονική γνώση: διδάσκονται τα γνωστικά αντικείμενα Γερμανόφωνη Λογοτεχνία, Γερμανική Γλωσσολογία, Ιστορία/Φιλοσοφία/Τέχνες των γερμανόφωνων χωρών, ενώ δίδεται έμφαση σε ζητήματα μεθοδικής/διδακτικής με προσφορά πλήθους μαθημάτων, τα οποία περιλαμβάνουν τον σχεδιασμό μαθημάτων, την μεθοδολογία διδασκαλίας συγκεκριμένων γλωσσικών φαινομένων ανάλογα την ηλικία των μαθητών (παιδιά/έφηβοι/ενήλικες) και ανάλογα τον σκοπό για τον οποίο οι διδασκόμενοι θέλουν να κάνουν χρήση της γλώσσας (σπουδές/εργασία/διαμονή/πρόσβαση σε λογοτεχνικά κείμενα ή/και επιστημονική βιβλιογραφία κλπ.).
Δεν είναι, συνεπώς, δυνατόν να υπάρξει σύγκριση προσόντων μεταξύ αποφοίτων του Τμήματός μας (όπως κάθε Τμήματος Ξένης Φιλολογίας) και ατόμου που κατέχει την γλώσσα.
Επί πλέον, ο θεσμός της «επάρκειας διδασκαλίας ξένης γλώσσας» που θεσμοθετήθηκε από την Πολιτεία το 1940 ήταν τότε απαραίτητος, καθώς τότε δεν διέθετε η χώρα καταρτισμένο προσωπικό, ώστε σε κάθε γωνιά της Ελλάδας να διδάσκονται ξένες γλώσσες (κυρίως αγγλικά και γαλλικά).
Η διατήρηση του θεσμού της επάρκειας δεν εξυπηρετεί πραγματικές εκπαιδευτικές ανάγκες, αλλά συνιστά επιχείρημα για μαθητές και γονείς, ότι αποκτώντας πιστοποιητικό γλωσσομάθειας, θα εξασφαλίσουν εργασία στον χώρο των φροντιστηρίων ξένων γλωσσών. Παράλληλα, τα εξεταστικά συστήματα προσελκύουν υποψήφιους για τις εξετάσεις αυτού του επιπέδου με βάση αυτήν ακριβώς την προσδοκία (για τον ΑΣΕΠ, όπως και για σπουδές στο εξωτερικό, αρκεί το πιστοποιητικό γλωσσομάθειας επιπέδου Β2 «καλή γνώση»). Ενδεχομένως δε, η διατήρηση του θεσμού να ενδιαφέρει εκείνη την ιδιωτική αγορά εργασίας που προτάσσει το εργασιακό κόστος έναντι της ποιότητας, διότι οι ‘επαρκειούχοι’ έχουν χαμηλότερες απολαβές από τους πτυχιούχους, καθώς στερούνται πανεπιστημιακού τίτλου σπουδών.
Τέλος, θέλουμε να επισημάνουμε ότι υπάρχει έντονη φημολογία, πως στο πλαίσιο της ανάθεσης και δεύτερου αντικειμένου σε εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων και ειδικοτήτων στη δημόσια εκπαίδευση συζητείται το ενδεχόμενο να ανατεθεί η διδασκαλία ξένης γλώσσας σε όσους εκπαιδευτικούς διαθέτουν πιστοποιητικό γλωσσομάθειας επιπέδου Γ2. Είναι σαφές, ότι ούτε και αυτή η κατηγορία (εκπαιδευτικοί μεν, αλλά απλοί χρήστες, έστω και επιπέδου Γ2) πληρούν τα προαναφερθέντα επιστημονικά κριτήρια, με τα οποία θα πρέπει η πολιτεία να αντιμετωπίζει το ξενόγλωσσο μάθημα.
Με βάση τα ανωτέρω, η Γ.Σ. του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας διατυπώνει άλλη μια φορά το πάγιο αίτημα να καταργηθεί ο θεσμός της επάρκειας για όσες γλώσσες διδάσκονται σε Πανεπιστημιακά Τμήματα Ξένων Φιλολογιών και να διατηρηθεί για όσες δεν υπάρχουν οι κατάλληλα καταρτισμένοι επιστήμονες.
Είμαστε στη διάθεση του Υπουργείου για παροχή περισσότερων πληροφοριών ως προς το θέμα αυτό.
13.04.2012 Ευχαριστούμε τη συνάδελφο Παπαδοπούλου Ελένη για την αποστολή του νόμου του 1940 που ισχύει έως σήμερα!
Για να δείτε τον Α.Ν. 2545 στο ΦΕΚ Α 287/10-09-1940 πατήστε εδώ
09.04.2012 Αποσύρθηκε από τον Υπουργό Παιδείας Καθηγητή Γεώργιο Μπαμπινιώτη σήμερα στη Βουλή η τροπολογία για τη θέσπιση κριτηρίων στη χορήγηση της επάρκειας διδασκαλίας ξένων γλωσσών και ως εκ τούτου παραμένει ανέπαφο το καθεστώς της επάρκειας που θεσπίστηκε ένα μήνα πριν την εμπλοκή της χώρας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στις 10 Σεπτεμβρίου 1940 και εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα!
Σε δελτίο τύπου του Υπουργείου Παιδείας σχετικά με το θέμα αναφέρεται:
«Αποσύρθηκε η προτεινόμενη ρύθμιση για τον καθορισμό ενιαίων κριτηρίων χορήγησης της διδακτικής επάρκειας. Μολονότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση επίλυσης υπαρκτών προβλημάτων, απαιτεί περαιτέρω διάλογο με τους ενδιαφερομένους και τα Πανεπιστήμια»
Αναδημοσιεύουμε παρακάτω σχετικό άρθρο από το επιστημονικό περιοδικό της Πανελλήνιας Ένωσης (aktuell 7)
Ο ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1940, Η ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΚΗ ΒΑΣΗ και …. οι τριτοετείς φοιτητές της Γερμανικής Φιλολογίας
Γ.Σ. του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΕΚΠΑ: Απάντηση στην Πρόεδρο του ΣΘΙΕ
Γ.Σ. του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΑΠΘ: Απάντηση στην Πρόεδρο του ΣΘΙΕ
.deutsch.gr
Διαβάστε και το σχετικό άρθρο
( 9/4/12 )