Συντάκτης: Χρήστος Κάτσικας
Η επαναφορά των διαθέσιμων εκπαιδευτικών και η επαναλειτουργία των τομέων και των ειδικοτήτων των ΕΠΑΛ-ΕΠΑΣ που καταργήθηκαν με τον ν. 4146/2013, η μη επιλογή των θεμάτων των προαγωγικών εξετάσεων κατά 50% από την Τράπεζα Θεμάτων για τους μαθητές και μαθήτριες της Α’ και της Β’ Λυκείου, ο μη συνυπολογισμός της βαθμολογίας των προαγωγικών εξετάσεων στην εισαγωγή των μαθητών και μαθητριών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς και η αναστολή των διαδικασιών αξιολόγησης έδωσαν μια ανάσα στη σχολική εκπαίδευση και διαμόρφωσαν ένα ρεύμα αισιοδοξίας σε εκπαιδευτικούς και μαθητές.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η σχολική εκπαίδευση και τα ζωντανά της στοιχεία βίωσαν την πιο βάναυση αποδόμηση βασικών δικαιωμάτων και κατακτήσεων: η χρηματοδότηση της εκπαίδευσης, οι μισθοί και οι συντάξεις των εκπαιδευτικών βρίσκονται σε τραγική κατάσταση, οι εργασιακές σχέσεις έχουν διαλυθεί, μόνιμοι διορισμοί έχουν να γίνουν χρόνια και τα εκπαιδευτικά θέματα έχουν γυρίσει ανάποδα.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, κατά τη διάρκεια της πενταετίας των μνημονίων 2010 έως 2014 έγιναν απίστευτες συγχωνεύσεις, καθώς 2.437 σχολικές μονάδες συγχωνεύτηκαν σε 1.122. Επίσης, την ίδια περίοδο καταργήθηκαν 605 σχολεία. Συγκεκριμένα, 277 Δημοτικά σχολεία, 264 Νηπιαγωγεία, 35 Γυμνάσια και 18 Λύκεια.
Στοιχεία-σοκ
Για να δούμε καλύτερα την αποψίλωση, αρκεί να συγκρίνουμε τα στατιστικά στοιχεία που παραθέτει η Στατιστική Υπηρεσία (ΕΛΣΤΑΤ): Από τα 1.873 Γυμνάσια που λειτουργούσαν το σχολικό έτος 2009-10 απέμειναν 1.656, από τα 1.265 Λύκεια απέμειναν 1.209, από τα 5.098 Δημοτικά απέμειναν 4.331 και από τα 5.700 Νηπιαγωγεία απέμειναν 5.151. Συνολικά εξαφανίστηκαν από τον εκπαιδευτικό χάρτη 1.590 σχολικές μονάδες λόγω συγχωνεύσεων και καταργήσεων, ενώ την ίδια περίοδο όχι μόνο δεν είχαμε μείωση μαθητών αλλά είχαμε και ελαφρά αύξηση (από 1.363.042 το σχολικό έτος 2009/10 έγιναν 1.363.559 το 2013/14).
Το αποτέλεσμα αυτής της αντιεκπαιδευτικής λογιστικής ήταν να αυξηθούν σημαντικά οι μαθητές ανά τμήμα (ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα), να δυσκολέψει το διδακτικό έργο και να απογειωθούν οι εκπαιδευτικές ανισότητες.
Παράλληλα, μεθοδεύτηκε την ίδια περίοδο μια τρομακτική μείωση των εκπαιδευτικών. Ενώ το 2010 υπηρετούσαν 168.782 μόνιμοι εκπαιδευτικοί (74.518 στην πρωτοβάθμια και 94.264 στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση), σήμερα υπηρετούν 136.926 εκπαιδευτικοί (68.235 στην πρωτοβάθμια και 68.691 στη δευτεροβάθμια). Η μείωση του προσωπικού στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση ανέρχεται στο 8,43%, ενώ ακόμα μεγαλύτερη είναι η μείωση στη δευτεροβάθμια, καθώς οι 94.264 εκπαιδευτικοί του 2010 έγιναν 68.691 (μείωση 27%).
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, την περίοδο αυτή οι φιλόλογοι μειώθηκαν κατά 4.863, οι μαθηματικοί κατά 2.757, οι φυσικοί-χημικοί κατά 2.316, οι γυμναστές κατά 1.742, οι καθηγητές ξένων γλωσσών (αγγλικών, γαλλικών, γερμανικών) κατά 3.500 κ.λπ.
Είναι σαφές πως η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας βρίσκεται ευθέως αντιμέτωπη με αυτό το αρνητικό σκηνικό. Παράλληλα, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ένα νέο χαμόγελο αυτοπεποίθησης που ελπίζει και μια ελπίδα που όλο και περισσότερο αρνείται να μείνει μετέωρη.
Ταξικό σχολείο
Και στο σημείο αυτό, ήδη έχει γίνει σαφές ότι τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών δεν είναι διατεθειμένα ούτε να αρκεστούν σε λιγότερα από αυτά που διεκδικούσαν την προηγούμενη περίοδο ούτε και να υποταχτούν στον «ρεαλισμό» της «αντικειμενικής κατάστασης». Αυτό που απαιτούν από τη νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας είναι η ακύρωση των μνημονίων και όλων των νομοθετημάτων που ψηφίστηκαν στη βάση αυτών, με τα οποία ανατράπηκαν δικαιώματα και κατακτήσεις δεκαετιών, τόσο στην εκπαίδευση όσο και γενικότερα, και με τα οποία υπονομεύτηκε περαιτέρω ο δημόσιος χαρακτήρας της εκπαίδευσης και οξύνθηκε η ταξικότητα του σχολείου.
Γίνεται, επίσης, φανερό ότι η απάντηση στα ζητήματα αυτά δεν μπορεί να δοθεί με όριο τα «σιδερένια» πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΔΝΤ. Δηλαδή τους δανειστές, το σύμφωνο για το ευρώ που επιβάλλει λιτότητα, το σύμφωνο σταθερότητας που απαιτεί ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και μόνιμα μνημόνια, την Ε.Ε. ως απαιτητή ιδιωτικοποιήσεων, ως απορρυθμιστή των εργασιακών σχέσεων, ως οδηγίες για την παιδεία της αγοράς.
Και, βεβαίως, δεν θα απαντηθεί το ερώτημα προς όφελος της εκπαιδευτικής κοινότητας, αν δεν αλλάξουν οι προτεραιότητες που ορίζονται από αυτό το πλαίσιο. Δηλαδή η γραμμή της Ε.Ε. περί αξιολόγησης στην εκπαίδευση δεν μπορεί να αποτελεί προτεραιότητα του σημερινού Δημοσίου και του σχολείου. Η γραμμή πλήρους ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, τα πεντάμηνα και η λεγόμενη κοινωνική οικονομία, η μαθητεία, η γραμμή της Ε.Ε. για το ξεθεμελίωμα των δικαιωμάτων της μόνιμης και σταθερής εργασίας δεν μπορεί να είναι αποδεκτά μοντέλα εργασίας.
efsyn.gr/