ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. Ευχή και όχι πρόβλημα είναι η δίγλωσση ανατροφή για τα παιδιά σε μια οικογένεια. Νεότερες επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι τα μικρά παιδιά που μεγαλώνουν σε ένα σπίτι όπου ακούγονται δύο γλώσσες (π. χ. η μητρική τους και αυτή της χώρας όπου ζουν) όχι μόνο δεν υστερούν, αλλά θα είναι καλύτερη η γλωσσική τους ανάπτυξη στο σχολείο, η ικανότητα και συμπεριφορά τους.

Τα νεότερα πορίσματα αντικρούουν την αντίληψη που συχνά επικρατεί σε μετανάστες «ότι είναι καλύτερο τα παιδιά, για λόγους προσαρμογής και εκπαίδευσης, να μιλούν μέσα και έξω από το σπίτι τη γλώσσα της χώρας όπου ζουν» και «δικαιώνουν» και επιστημονικά τους Ελληνες μετανάστες που επέμεναν να μαθαίνουν στα παιδιά τους τη μητρική γλώσσα.

«Τα τελευταία πορίσματα ευρωπαϊκών μελετών αποδεικνύουν ότι τα δίγλωσσα παιδιά είναι περισσότερο ευνοημένα σε επίπεδο σκέψης, αντίληψης, επίλυσης προβλημάτων από τα μονόγλωσσα», ανέφερε μιλώντας στην «Κ» η διευθύντρια του Εργαστηρίου Γλωσσικής Ανάπτυξης του ΑΠΘ και υπεύθυνη της νεοσύστατης υπηρεσίας «Με δύο γλώσσες» κ. Ιάνθη-Μαρία Τσιμπλή.

Τα ζητήματα ανατροφής και εκπαίδευσης σε δύο γλώσσες θα εξεταστούν σε εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα στην αίθουσα τελετών του ΑΠΘ με αφορμή το ξεκίνημα της υπηρεσίας υπό την αιγίδα του ΑΠΘ σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.

Η υπηρεσία «Με δύο γλώσσες» θα απαντά σε ερωτήσεις γύρω από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο δίγλωσσος ομιλητής. Θα γνωστοποιεί τα οφέλη της διγλωσσίας, θα προβάλλει τις πιο πρόσφατες απόψεις για τη δίγλωσση ανάπτυξη, θα προωθεί αιτήματα εκπαίδευσης που αφορούν τις δίγλωσσες οικογένειες και κοινότητες. Το συνηθέστερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές που ζουν ανάμεσα σε δύο ή τρεις γλώσσες είναι οι χαμηλές επιδόσεις τους, ως συνέπεια της εκπαιδευτικής απομόνωσής τους. «Θεωρούνται κατωτέρου επιπέδου μαθητές», επισημαίνει η κ. Τσιμπλή.

Ωστόσο, «άλλο η γλωσσική δυσκολία και άλλο η μαθησιακή δυσκολία. Οι εκπαιδευτικοί συχνά δεν ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν αυτές τις καταστάσεις και η νέα υπηρεσία μπορεί να δώσει λύσεις σε εκπαιδευτικούς και γονείς» πρόσθεσε η ίδια.

Αν και σε χώρες του εξωτερικού είναι αρκετά συχνό ένα παιδί να μιλάει πάνω από μία γλώσσα, η Ελλάδα μόλις πρόσφατα βίωσε τη διγλωσσία, αλλά και την πολυγλωσσία. Στη χώρα μας, σύμφωνα με τους διοργανωτές, η διγλωσσία έχει κυρίως δύο καταγωγές. Τα παιδιά από μεικτούς γάμους και τα παιδιά από μεταναστευτικές οικογένειες. Μια τρίτη (αριθμητικά μικρότερη) ομάδα είναι τα παιδιά Ελλήνων γονέων που στέλνουν τα παιδιά τους σε αλλόγλωσσο σχολείο (πχ. γαλλικό, αγγλικό, γερμανικό).

Εκτιμήσεις

Δεν υπάρχουν αξιόπιστες καταγραφές για το ποσοστό των δίγλωσσων παιδιών στην Ελλάδα. Εκτιμάται, πάντως, ότι ξεπερνάει το 10% του συνολικού μαθητικού πληθυσμού, με τους μεγαλύτερους αριθμούς σε Αθήνα και Δυτική Θεσσαλονίκη. Σχεδόν σε κάθε σχολική τάξη φοιτούν 1-4 δίγλωσσα παιδιά. Το 2002-03 το σύνολο των δίγλωσσων παιδιών υπολογιζόταν στις 96.500.

Του Θαναση Tσιγγανα

kathimerini.gr