Αποκτήσαμε μία καλή εικόνα του τι είναι το déjà vu στην ταινία Matrix, όταν οι μηχανές κατάφεραν να «μπουν στο σύστημα» και να το επηρεάσουν. Το φαινόμενο, όμως, εκτός από «θέμα» για έργα επιστημονικής φαντασίας, είναι άκρως αληθινό και επίσημες έρευνες δείχνουν ότι έχει συμβεί στο 70% του παγκόσμιου πληθυσμού, τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους. Λογοτεχνικά έργα του παρελθόντος, άλλωστε, μαρτυρούν πως δεν πρόκειται για νέο φαινόμενο.
Τι είναι, όμως, ακριβώς το déjà vu και γιατί μας συμβαίνει; Οι ειδικοί φωτίζουν ένα από τα μυστηριώδη φαινόμενα του ανθρώπινου εγκέφαλου.
Τι είναι το déjà vu;
Ο όρος «προμνησία» (ελληνιστί) περιγράφει την αίσθηση ότι κάποιος έχει δει ή βιώσει μία κατάσταση ξανά στο παρελθόν. Η γαλλική έκφραση déjà vu που χρησιμοποιείται παγκοσμίως σημαίνει «ήδη ιδωμένο». Η εμπειρία της προμνησίας συνοδεύεται συνήθως από μία αίσθηση «παράξενου» και οι περισσότεροι που μας έχει συμβεί την αποδίδουμε σε κάποιο όνειρο, αν και μέσα μας νιώθουμε ότι πραγματικά έχει συμβεί στο παρελθόν.
Ψυχολόγοι και νευροφυσιολόγοι έχουν ερευνήσει σε βάθος το θέμα και μία πρώτη εξήγηση που δίνουν είναι ότι πιθανώς πρόκειται για μία ανωμαλία της μνήμης. Ότι ο εγκέφαλος, δηλαδή, εσφαλμένα «πιστεύει» ότι έχει καταγράψει μία εμπειρία, ενώ δεν την έχει, γιατί το άτομο δεν είναι ποτέ σε θέση να ανακαλέσει την χρονική στιγμή που αυτή η εμπειρία συνέβηκε ή υπό ποιες συνθήκες.
Άλλες έρευνες δείχνουν συσχέτιση της προμνησίας με διαταραχές όπως η σχιζοφρένεια ή η επιληψία, ενώ στην παραψυχολογία συνδέεται -χωρίς, βέβαια, να υπάρχουν επιστημονικές αποδείξεις- με τη μετενσάρκωση, εννοώντας ότι η εμπειρία συνέβηκε σε προηγούμενη ζωή του ατόμου, ή την εξωαισθητηριακή αντίληψη, ότι το άτομο έχει «προφητέψει» την εμπειρία μέσω π.χ. ενός ονείρου.
Σε ποιους συμβαίνει συχνότερα;
Το φαινόμενο της προμνησίας μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε. Ωστόσο έρευνες έχουν παρατηρήσει ότι προκύπτει κυρίως σε άτομα με έντονη, ζωηρή φαντασία. Άτομα που ταξιδεύουν συχνά αναφέρουν κατά κόρον τέτοιες εμπειρίες, σε αντίθεση με άτομα που μένουν πολύ στο σπίτι, ενώ παρατηρείται και σε άτομα με ανώτερα ή ανώτατα ακαδημαϊκά πτυχία –ίσως γιατί έχουν διαβάσει πολύ Προυστ και Τολστόι ή έχουν δει πολλές φορές την ταινία «Groundhog Day». Τέλος, τα ποσοστά ατόμων με συχνά déjà vu αυξάνονται στις νεαρές ηλικίες, γύρω στην εφηβεία, και μειώνονται στους μεσήλικες.
Επιπλέον, Αμερικανοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι το φαινόμενο παρατηρείται συχνότερα σε άτομα εξασθενημένα, κουρασμένα ή ιδιαίτερα στρεσαρισμένα –είναι αυτές οι καταστάσεις που «θολώνουν» την βραχυπρόθεσμη και την μακροπρόθεσμη μνήμη και που συχνά προκαλούν και το φαινόμενο jamais vu, το αντίθετο του déjà vu, κατά το οποίο κοιτάζουμε οικεία αντικείμενα ή λέξεις και αδυνατούμε να τα θυμηθούμε ή να τα αναγνωρίσουμε.
Τι λένε οι ειδικοί;
«Τα περισσότερα ερευνητικά δεδομένα σχετίζουν την εμπειρία του déjà vu με τη μνήμη και τα κέντρα ελέγχου της στον εγκέφαλο. Πολλές θεωρίες έχουν αναπτυχθεί προκειμένου να αναζητηθούν πιθανά αίτια εμφάνισης του φαινομένου.
Από τη μία οι ψυχαναλυτικές προσεγγίσεις χαρακτηρίζουν το φαινόμενο ως την εκπλήρωση κάποιας φαντασίωσης ή επιθυμίας ενώ από την άλλη η Νευροψυχολογία και η Ψυχιατρική αποδίδουν το φαινόμενο σε λανθασμένη εγκεφαλική διεργασία που συγχέει παρελθοντικά με τωρινά βιώματα.
Μία άλλη εξήγηση αποδίδει την εμφάνιση του φαινομένου στην ‘κρυπτοαμνησία’ όπου σημαντικά κομμάτια μαθημένων πληροφοριών χάνονται παρόλο που αποθηκεύονται στον εγκέφαλο. Οι πληροφορίες που απομένουν δημιουργούν την αίσθηση της οικειότητας λόγω της παρούσας κατάστασης, ενός γεγονότος ή ενός συναισθήματος», λέει η κλινική ψυχολόγος- νευροψυχολόγος δρ. Τέσσα Χριστοδούλου.
Η ίδια, αναφερόμενη στον ρόλο του στρες στην εμφάνιση του déjà vu, κάνει λόγο για έρευνες που έχουν δείξει το ακριβώς αντίθετο: Ότι συμπτώματα του φαινόμενου συμβαίνουν συχνότερα όταν το άτομο είναι ξεκούραστο και ήρεμο. Επιπλέον, ως προς το γιατί μας συμβαίνει δείχνει να συμφωνεί με την άποψη του ψυχολόγου Alan Brown, ο οποίος ανέπτυξε την θεωρία της διαιρούμενης προσοχής όσον αφορά την εμφάνιση του déjà vu. Η μειωμένη συγκέντρωση την ώρα της επεξεργασίας των πληροφοριών μπορεί να οδηγήσει σε μη συνειδητή κωδικοποίηση με αποτέλεσμα τα δεδομένα να αποθηκεύονται στον εγκέφαλο χωρίς όμως να το καταλαβαίνουμε και έτσι να δημιουργείται το αίσθημα της περιβαντολλογικής οικειότητας. Επίσης πολλές φορές κάποια χαρακτηριστικά σε ένα χώρο ή κατάσταση μπορεί να είναι όντως παρόμοια με κάποια που το άτομο έχει βιώσει στο παρελθόν με αποτέλεσμα ο εγκέφαλος να δημιουργεί μία ολόκληρη εικόνα από παρελθοντικές πληροφορίες.
Έχει βρεθεί ότι ο μέσος κροταφικός λοβός είναι το μέρος του εγκεφάλου που εμπλέκεται στην επεξεργασία της μνήμης. Ο μέσος κροταφικός λοβός αποτελείται από την παραιπποκάμπια έλικα, ένα όργανο που καθορίζει τι είναι οικείο και τι όχι.
Ο κροταφικός λοβός του αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφάλου είναι υπεύθυνος για την διεργασία των πληροφοριών που λαμβάνει κάποιος από το περιβάλλον. Ο κροταφικός λοβός λαμβάνει δύο φορές αυτές τις πληροφορίες με μία μικρή καθυστέρηση: μία φορά απευθείας και μία μετά την παράκαμψη μέσω του δεξιού ημισφαιρίου.
Αν υπάρξει μεγαλύτερη καθυστέρηση στη μετάδοση των πληροφοριών ο εγκέφαλος μπορεί να τις κωδικοποιήσει ως παρελθοντικές μνήμες που έχουν ήδη επεξεργαστεί εξηγώντας το αίσθημα της οικειότητας.
Τέλος, λέει η κ. Χριστοδούλου, κατά τη διάρκεια της ζωής μας αποθηκεύουμε μνήμες από διαφορετικές καταστάσεις της καθημερινότητας αλλά και από ταινίες, εικόνες και βιβλία που διαβάζουμε. Κάποιες από αυτές είναι τόσο έντονες που αν δούμε ή ακούσουμε κάτι παρόμοιο σε σχέση με αυτές δημιουργείται το συναίσθημα του déjà vu.
Οι έρευνες που σχετίζουν το déjà vu με ψυχιατρικές και νευρολογικές διαταραχές όπως το άγχος και η μείζονα κατάθλιψη, η σχιζοφρένεια και ανάλογες ψυχωτικές διαταραχές αλλά και με την επιληψία δεν θα πρέπει να οδηγήσουν κάποιον που βιώνει το φαινόμενο στο να σκεφτεί ότι πάσχει από μία τέτοια διαταραχή.
Ο νευρολόγος κ. Γεώργιος Καπαρός εξηγεί ότι αυτό δεν είναι το μοναδικό σύμπτωμα που συνδέεται με αυτές τις διαταραχές και ότι κάλλιστα μπορεί να συμβεί και σε εντελώς φυσιολογικά άτομα, τουλάχιστον μία με δύο φορές στην ζωή τους. Συμπληρώνει δε η κ. Χριστοδούλου ότι στις μη παθολογικές καταστάσεις η διάρκεια του déjà vu είναι από 10 ως 30’’ ενώ στις παθολογικές είναι αρκετά μεγαλύτερη.
.in2life.gr