Ένα παιδί ακόμη απο την ηλικία των 2 χρόνων προσποιείται ότι διαβάζει. Παίρνει ένα βιβλίο στα χέρια του και μιμείται το τρόπο που διαβάζουν οι “μεγάλοι”. Αυτό συμβαίνει γιατί η ανάγνωση περικλύεται απο το κύρος μιας κοινωνικά καταξιωμένης δραστηριότητας. Όλοι διαβάζουν κάτι: μια συνταγή, ένα βιβλίο, τους υπότιτλους μιας ταινίας, τις πινακίδες στο δρόμο, τις ετικέτες των προϊόντων στο Super Market, μια σελίδα στο internet. Η ικανότητα της ανάγνωσης αντιμετωπίζεται ως μια αυτονόητη δεξιότητα που όλοι οι άνθρωποι έχουν κατακτήσει απο μια ηλικία και μετά. Γιατί όμως κάτι που για τα περισσότερα παιδιά κερδίζεται εύκολα και γρήγορα για κάποια άλλα μοιάζει δύσκολο ή και ακατόρθωτο;

Μια γυναίκα 40 χρονών, παντρεμένη με δυο παιδιά, επισκέφθηκε μια ψυχολόγο που ειδικευόταν στην αντιμετώπιση μαθησιακών δυσκολιών και της ζήτησε το αυτονόητο: να τη μάθει να διαβάζει. Σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής της, που απειλούνταν το σπίτι της με πλειστηριασμό, χρειάστηκε να δουλέψει για πρώτη φορά, σε ένα κατάστημα τροφίμων. Αργούσε να τοποθετήσει τα προϊόντα στα ράφια ή τα τοποθετούσε λάθος γιατί δεν μπορούσε να διαβάσει σωστά τις ετικέτες και άρα να τα ταξινομήσει σωστά. Επειδή φοβόταν ότι θα την ανακαλύψουν και θα χασει τη δουλειά της αποφάσισε να ξεπεράσει την ντροπή που ένιωθε και να κάνει κάτι για αυτό. Η δυσαναγνωσία της αντιμετωπίστηκε.

Πως είναι η ανάγνωση ως διαδικασία;

Με την ανάγνωση μετατρέπεται ο γραπτός λόγος σε προφορικό. Στην ουσία λοιπόν είναι μια αποκωδικοποίηση των συμβόλων/σημείων (γράμματα) που έχουμε αποτυπώσει στο χαρτί στα αντίστοιχα φωνήματα (ήχοι της γλώσσας). Έτσι για παράδειγμα όταν βλέπουμε το α γνωρίζουμε ότι αντιστοιχεί σε έναν συγκεκριμένο ήχο στην ελληνική γλώσσα και αυτόν θα αναπαράγουμε, όταν βλέπουμε τη λέξη μήλο μπορούμε να αναγνωρίσουμε τις μορφές των γραμμάτων, να τις συνθέσουμε και να προφέρουμε τη λέξη.

Οι ήχοι της γλώσσας συνδυάζονται μεταξύ τους για να δώσουν λέξεις που αυτές σε μια λογική σειρά δίνουν προτάσεις οι οποίες συντάσσουν ένα κείμενο. Το κείμενο μεταφέρει πληροφορίες, ιδέες, σκέψεις, μηνύματα. Αποκαλύπτεται λοιπόν και η χρησιμότητα της ανάγνωσης που δεν είναι άλλη απο το να γίνουν κατανοητά στον αναγνώστη τα νοήματα που μεταφέρει ένα κείμενο.

Επομένως για να είναι η ανάγνωση αποτελεσματική χρειάζονται δυο προυποθέσεις: α) να γίνεται αναγνώριση της μορφής της λέξης ώστε να αναπαραχθεί προφορικά και β) να γίνεται κατανοητή η σημασία της ώστε να οδηγήσει στην κατανόηση της πρότασης και άρα του κειμένου.

Ως “καλός αναγνώστης” λοιπόν χαρακτηρίζεται ένα παιδί που σε ένα κείμενο, κατάλληλο για το αναπτυξιακό και γνωστικό στάδιο στο οποίο βρίσκεται, μπορεί να ανταπεξέλθει στο “τεχνικό κομμάτι” της ανάγνωσης δηλαδή:

να έχει καλή ροή στο λόγο του όσο διαβάζει

να αυτοδιορθώνεται σε περίπτωση λάθους αναπαραγωγής μιας λέξης

να ολοκληρώνει την ανάγνωση σε ένα ικανό χρόνο

να χρωματίζει τη φωνή του σύμφωνα με το ύφος του κειμένου

να τονίζει τις λέξεις σωστά

και παράλληλα να εμφανίζει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανάγνωσης:

να αναπαράγει τη κεντρική ιδέα του κειμένου που διαβάζει

να είναι σε θέση να ερμηνεύσει αυτά που διαβάζει ανακαλώντας τη προηγούμενη γνώση που έχει για το θέμα

να διαμορφώσει μια προσωπική άποψη για το κείμενο που διάβασε

Τι είναι η δυσαναγνωσία;

Όπως όλες οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες αναφέρεται σε παιδιά με φυσιολογική νοημοσύνη και κύριο χαρακτηριστικό είναι ότι η εκδήλωση αυτής της αδυναμίας αντιμετωπίζεται ως μη αναμενόμενο γεγονός. Αποτελεί κατηγορία των μαθησιακών δυσκολιών και εστιάζεται στη δυσκολία της αναγνωστικής ικανότητας αλλά και της προφορικής απόδοσης αυτών που έχουν διαβαστεί.

Τα σημάδια που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το παιδί μας έχει πρόβλημα στην ανάγνωση έιναι:

έντονο κόμπιασμα και παύσεις

επαναλαμβάνει γράμματα ή συλλαβές των λέξεων

διαβάζει λάθος τις λέξεις και δεν αυτοδιορθώνεται

χάνει τη σειρά του κειμένου

δυσκολεύεται στην ανάγνωση πολυσύλλαβων ή ασυνήθιστων λέξεων

παραλείπει, μεταθέτει, προσθέτει, γράμματα ή συλλαβές ή λέξεις πχ. τηγανηστό αντι για τηγανητό

δεν έχει κατανοήσει πλήρως τη λέξη ή πρόταση ή κείμενο μετά την ανάγνωση του

συλλαβίζει

δυσκολεύεται να διαβάσει ακόμα και λέξεις που έχει δει πολλές φορές

ο χρόνος ολοκλήρωσης της ανάγνωσης είναι μακρύς

δε χρωματίζει το λόγο του ανάλογα με το ύφος του κειμένου

ο λόγος του είναι επίπεδος χωρίς να εμφανίζονται τα σημεία στίξης κατα τη διάρκεια της ανάγνωσης

τονίζει λάθος τις λέξεις

αδυνατεί να αναπαράγει τη κεντρική ιδέα του κειμένου

αδυναμία να ερμηνεύσει αυτά που διάβασε σύμφωνα με αυτά που ήδη γνωρίζει για το θεμα

αδυναμία να διαμορφώσει άποψη για αυτό που διάβασε

Μπορεί να παρατηρηθούν και κάποια πρόσθετα ποιοτικά χαρακτηριστικά που συνοδεύουν παιδιά με μαθησιακά προβλήματα. Τέτοια είναι: η διάσπαση προσοχής, δυσκολίες στο να ξεκινήσει και να ολοκληρώσει μια εργασία, απροσεξία, αδεξιότητα, ξεχνάει έυκολα τα πράγματα του και τις υποχρεώσεις του.

Παράδειγμα ανάγνωσης παιδιού με δυσαναγνωσία.

Το παρακάτω κείμενο δώθηκε σε παιδί Γ’ Δημοτικού, με φυσιολογική νοημοσύνη, για να αξιολογηθεί η αναγνωστική του επάρκεια.

Το κείμενο: Ο Δημήτρης τσάκωσε τον κλέφτη. Ήταν πολύ περήφανος γι αυτό. Δε σταμάτησε λεπτό, να διηγείται στα παιδιά το κατόρθωμα του. Κι εκείνα τον θαύμαζαν. Μπαίνοντας στην τάξη δοκίμασαν μια μεγάλη έκπληξη. Ο Δημήτρης, μπροστά στο δάσκαλο, ρώτησε: Ξέρετε, παιδιά ποιός ήταν ο κλέφτης; Όχι; Ακούστε και θα γελάσετε. Ήταν ένας κεραμιδόγατος. Τον έπιασα, όταν προσπαθούσε να αρπάξει ένα βρώμικο ψαροκόκαλο από κάποιο σκουπιδοτενεκέ. Έγινε τέτοια αναστάτωση στην τάξη που δεν περιγράφεται.

Απομαγνητοφώνηση: Ο Δημήτρης στακώνεται τον κλέφτη. Ήταν πολύ περήφανος γι αυτό. Δε σταμάτησε λε-λεπτό να διηήζεται τα παιδιά το κατό-κατόρθωμα του. Και εκείνα του τον θαύμαζαν. Μπαίνοντας στην τάξη δοκίμασαν μια μεγάλη έκληψη. Ο Δημήτρης προστά στο δάσκαλο, ρώτησε: Ξέρετε, παιδιά ποιός ήταν ο κλέφτης; Όχι; Ακούτε και θα δγελάσετε. Ήταν ένας εκεραμιδόδατος. Τον έπιασα όταν προεσπαθούσε να εσπράξει έναν βρώμικο ψαρο-ψαροκόκαλο απο κάποιο σκουπι-σκουπιζοτενεκέ. Έγινε ετέτοια αναστατώση στ-στην τάξη που δεν περιγράφεται.

Στις ερωτήσεις κατανόησης που ακολούθησαν μπόρεσε να απαντήσει επιτυχώς σε 3 απο τις 6.

Τα αίτια που την προκαλούν.

Η αιτιολογία της δυσαναγνωσίας δεν είναι σαφής όπως συμβαίνει και με την πλειοψηφία των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών. Οι έρευνες καταλήγουν σε δυσλειτουργία ή σε ατελή αντιληπτική ικανότητα του εγκεφάλου στην αποκωδικοποίηση των λεκτικών ερεθισμάτων. Ως επιβαρυντικοί παράγοντες εμφανίζονται η κληρονομικότητα αλλά και το ακατάλληλο οικογενειακό ή/και σχολικό περιβάλλον.

Πως αντιμετωπίζεται η δυσαναγνωσία.

Είναι γεγονός λοιπόν ότι ένα έξυπνο και ικανό παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να διαβάσει χωρίς λάθη έστω και ένα απλό και σύντομο κείμενο. Όταν υπάρχουν τέτοιες υποψίες θα πρέπει σύντομα να γίνει διάγνωση και η κατάλληλη παρέμβαση με ένα εξατομικευμένο ειδικό πρόγραμμα εκπαίδευσης που θα καταρτιστεί με γνώμονα τα ιδιαίτερα προβλήματα του παιδιού. Η έγκαιρη αντιμετώπιση τέτοιων δυσκολίων αποτελεί σημαντικό παράγοντα βελτίωσης της επίδοσης του παιδιού αλλά και της εικόνας που έχει για τον εαυτό του.

Άσπα Μητρακάκη

Ειδική Παιδαγωγός – Κοινωνική Ανθρωπολόγος

http://www.inital.gr kidsweb.gr