Η εκμάθηση μιας ή και περισσότερων ξένων γλωσσών έχει γίνει απαραίτητη στην εποχή μας. Πολύ συχνά, γονείς -κυρίως των παιδιών προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας- αγωνιώντας για τη σωστή μόρφωση των παιδιών τους βασανίζονται από ερωτήματα, τα οποία αφορούν στην εκμάθηση ξένων γλώσσων.
Καταρχήν, το βασικό ερώτημα που τριβιλίζει το μυαλό των γονιών είναι το εξής : "Ποια είναι η κατάλληλη ηλικία για ν'αρχίσουν τα παιδιά την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας;". Η αλήθεια, ωστόσο, είναι οτι μαγική συνταγή δεν υπάρχει! Κάθε παιδί είναι διαφορετικό και ως εκ τούτου πρέπει πάντα να εξετάζουμε τα πράγματα μέσα από τα μάτια του εκάστοτε παιδιού. Έτσι λοιπόν, ως γονείς θα πρέπει ν’ αφουγκραζόμαστε τις ανάγκες του παιδιού, να συμμεριζόμαστε τις ανησυχίες του, να σκεφτόμαστε τις κλίσεις του και τον χαρακτήρα του και τελικά να αποφασίζουμε σεβόμενοι τις επιλογές του.
Η εμπειρία μου ως εκπαιδευτικός μού έχει διδάξει οτι μετά τη Β' Δημοτικού, τα παιδιά έχουν προετοιμαστεί κατάλληλα για ν’ αρχίσουν την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Πιο αναλυτικά, τα παιδιά αυτής της ηλικίας έχουν πλέον αποκτήσει άνεση τόσο στη γραφή όσο και στην ανάγνωση και επιπλέον έχουν ήδη λάβει μια γενική γνώση στη μητρική τους γλώσσα. Άλλωστε, είναι γεγονός ότι τα παιδιά σε αυτή τη φάση έχουν τη δυνατότητα να μαθαίνουν πανεύκολα και να συγκρατούν πράγματα, να λειτουργούν όπως λέμε σαν σφουγγάρια. Η προσέγγιση –και αυτό είναι το σπουδαιότερο- πρέπει να είναι τρυφερή. Σκοπός της διδασκαλίας της ξένης γλώσσας σ' αυτήν την ηλικία δεν είναι να μάθει το παιδί όλους τους γραμματικούς / συντακτικούς κτλ κανόνες που διέπουν την ξένη γλώσσα, αλλά να έρθει σε επαφή με την ξένη κουλτούρα και ν’ αγαπήσει τη γλώσσα αυτή όσο και τη μητρική. Ναι, θα διαβάσουν, θα μάθουν, θα γράψουν, μα ταυτόχρονα θα παίξουν, θα τραγουδήσουν, θα ζωγραφίσουν.
Στη φάση αυτή η συνδρομή των γονιών είναι καθοριστικής σημασίας. Πρέπει να είναι εκεί για τα παιδιά, να τα στηρίξουν, να τα βοηθήσουν, να τα ενθαρρύνουν. Να είναι δίπλα τους. ΟΧΙ για να τους λύσουν τις ασκήσεις και να ξεμπερδέψουν γρήγορα, αλλά για να τα κινητοποιήσουν να προσπαθήσουν τα ίδια. Η σύγχρονη παιδαγωγική λέει ότι η ξένη γλώσσα πρέπει να διδάσκεται ως βιωματική εμπειρία.
Δεν έχει νόημα να τους λύνουμε τις ασκήσεις για να είναι πάντα διαβασμένα. Σκοπός θα πρεπει να είναι να τ'αφήνουμε ν’ασχοληθούν και να "παιδευτούν" με τις ασκήσεις τους, να προβληματιστούν και να συζητήσουν τις απορίες τους με τον καθηγητή ή την καθηγήτριά τους, ν' αλληλεπιδράσουν και τελικά να καταφέρουν να κατανοήσουν την προσφερόμενη γνώση. Ασφαλώς, οι δυσκολίες είναι πολλές, αλλά τα οφέλη είναι ακόμη περισσότερα. Οι ξένες γλώσσες και δη τα αγγλικά έχουν γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας, της καθημερινότητάς μας.
Προσοχή, όμως, αυτό δε σημαίνει ότι πιέζουμε το παιδί να μάθει ξένες γλώσσες επειδή το θέλουμε εμείς. Κάθε παιδί έχει το δικό του χρόνο, έρχεται στο καθένα σε διαφορετική φάση της ζωής. Επομένως, δεν επιβάλλουμε στα παιδιά να μάθουν ξένες γλώσσες, απλά τα τροφοδοτούμε με νέες εμπειρίες, τα φέρνουμε σε επαφή με νέα πράγματα, τους δίνουμε συνεχώςερεθίσματα και τα εξοικει-ώνουμε με καινούριες καταστάσεις, αλλά στο τέλος η επιλογή θα είναι δική τους. Τότε και μόνο τότε, η πραγματική επιλογή θα είναι δική τους.
Τέλος, υπάρχει το άγχος της δεύτερης ξένης γλώσσας. "Πότε και ποια να επιλέξουν;". Συνήθως τα παιδιά ξεκινούν τη δεύτερη γλώσσα στην Ε' Δημοτικού. Σ' αυτήν τη φάση καλό θα ήταν τα παιδιά να πάρουν μόνα τους την απόφασή τους. Είναι ήδη αρκετά ώριμα για να κάνουν την επιλογή τους. Μην έχετε ως μοναδικό κριτήριο τι γλώσσα θα κάνουν στο σχολείο. Αφήστε τα να πάρουν πρωτοβουλία. Εμείς μπορούμε να το συμβουλέψουμε, αλλά όχι να του επιβληθούμε. Το προσωπικό κίνητρο είναι πάντα η μεγαλύτερη και η ισχυρότερη κινητήρια δύναμη.
Εν κατακλείδει, θα έλεγα οτι δε χρειάζεται να είναι διάνοιες τα παιδιά για να τα καταφέρουν, αλλά να λαμβάνουν αδιαλείπτως ποικίλλα ερεθίσματα για να μπορούν να είναι σε καθημερινή τριβή με την κάθε γλώσσα. Όσο πιο νωρίς ξεκινήσετε την προσπάθειά σας, τόσο περισσότερο θα ωφεληθεί και θα διευκολυνθεί το παιδί σας!
Papacharissi Athanassia