Όπως είπαμε προχτές, το σαββατοκύριακο που μας πέρασε πήγα στο Παρίσι, όπου ήμουν προσκαλεσμένος για μια ομιλία. Πέρασα πολύ ωραία, η ομιλία πήγε καλά, γνώρισα κόσμο, γενικά μου άρεσε πολύ. Δεν έχει νόημα να αναρτήσω το κείμενο της ομιλίας μου, αφού μίλησα στα γαλλικά. Βέβαια, για το θέμα (“Μύθοι και αλήθειες για την ελληνική γλώσσα”) έχω μιλήσει κι άλλες φορές, κι έχω ανεβάσει και εδώ το κείμενο. Οπότε, σκέφτηκα να βάλω ένα μόνο απόσπασμα της ομιλίας που έδωσα στο Παρίσι, που έχει αρκετά καινούργια στοιχεία, το οποίο ξαναμετάφρασα από τα γαλλικά στα ελληνικά. Με την ευκαιρία, και ένα κουίζ για όσους ξέρουν καλά το Παρίσι.
Επίσης, επειδή το απόσπασμα που ανεβάζω είναι παρμένο από μια ευρύτερη ομιλία, δεν υπάρχει ούτε πρόλογος ούτε επίλογος. Ούτε βέβαια καλύπτει το αχανές αυτό θέμα, για το οποίο έχουν γραφτεί βιβλία ολόκληρα.
……..
Λοιπόν, η ελληνική γλώσσα δεν είναι η μητέρα όλων των γλωσσών, όμως είναι δεδομένο κι αναμφισβήτητο ότι σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες βρίσκουμε λέξεις ελληνικής προέλευσης, τις οποίες μπορούμε να κατατάξουμε σε τρεις κατηγορίες: α) νεολογισμοί που δημιουργήθηκαν από επιστήμονες με βάση ελληνικές ρίζες, προθήματα και επιθήματα, π.χ. téléphone < τηλε («μακριά») + φωνή, β) λόγια δάνεια, διεθνείς λέξεις αντλημένες από το αχανές ελληνολατινικό ταμείο, όπως tragedy, philosophie, geometrische, lírica, και γ) λαϊκά δάνεια, τα οποία συχνά έχουν αλλάξει αρκετά, μερικές φορές σε σημείο που να μην είναι εύκολο να αναγνωρίσουμε την ελληνική λέξη από την οποία προέρχονται. Σαν ένα μικρό κουίζ, ποια θα λέγατε πως είναι η ελληνική λέξη στην οποία ανάγονται οι εξής έξι γαλλικές λέξεις;
abimer (χαλάω)
appuyer (στηρίζομαι)
autruche (στρουθοκάμηλος)
boutique (μπουτίκ)
cercueil (φέρετρο)
chômage (ανεργία)
Δεν θα σας κουράσω, θα δώσω τις απαντήσεις αμέσως [αυτά τα είχα σε διαφάνεια] abimer ………………………. άβυσσος
appuyer ……………………….πόδιον
autruche……………………….στρούθιον
boutique……………………….αποθήκη
cercueil…………………………σαρκοφάγος (πρβλ. sarcophage)
chômage……………………….καύμα (cf. calme, κάλμα)
Θα μπορούσα να προσθέσω δεκάδες άλλες λέξεις, αλλά αυτές αρκούν προς το παρόν. Θα σταθώ περισσότερο σε μία από αυτές τις λέξεις, τη λέξη boutique, διότι μας δίνει ένα παράδειγμα ενός γλωσσικού φαινομένου που προσωπικά το βρίσκω συναρπαστικό. Η γαλλική λέξη boutique, με απώτερη ελληνική προέλευση, επανήλθε στα ελληνικά ως δάνειο, μπουτίκ, όπου σημαίνει ένα κομψό κατάστημα που πουλάει είδη ρουχισμού, μάλλον ακριβά,. Πρόκειται για ένα emprunt de retour, όπως νομίζω πως είναι το γαλλικό ισοδύναμο του όρου αντιδάνειο –στα γερμανικά ο αντίστοιχος όρος είναι Rückwanderer.
Για την ιστορία, η ελληνική λέξη αποθήκη (γαλλ. dépôt, magasin), που αποτελεί την απώτερη αρχή της γαλλικής λέξης boutique, έδωσε κι ένα δεύτερο δάνειο στα γαλλικά, αυτή τη φορά με λόγιο δανεισμό. Πρόκειται για τη λέξη apothicaire, που είναι ο πρόδρομος, θα λέγαμε, των σύγχρονων φαρμακοποιών (pharmaciens). Η λέξη έχει δώσει και εκφράσεις, όπως ξέρετε, ας πούμε comptes d’apothicaire (λογαριασμοί του σπετσέρη), που λέγεται για περίπλοκους λογαριασμούς, που είναι δύσκολο να τους επαληθεύσουμε. Η αντίστοιχη ελληνική λέξη αποθηκάριος δεν έχει κάποια ιδιαίτερη σχέση με τα τρόφιμα, σημαίνει «υπεύθυνος αποθήκης», και μπορούμε να παρατηρήσουμε παρεμπιπτόντως ότι η γαλλική λέξη magasin και η ελληνική λέξη μαγαζί είναι και οι δυο τους δανεικές από τα αραβικά (αξίζει χωριστό άρθρο), πράγμα που δείχνει πόσο έντονη αλλά και πόσο πλουραλιστική υπήρξε η γλωσσική αλληλεπίδραση στη μεσαιωνική Μεσόγειο.
Όπως βλέπετε, η ετυμολογία μας προσφέρει συναρπαστικά ταξίδια στον χώρο και στον χρόνο, αλλά θα ήταν λάθος, κατά τη γνώμη μου, να πιστέψουμε ότι η ετυμολογία μας δείχνει το «αληθινό» νόημα μιας λέξης, όπως ίσως πιστεύουν μερικοί συμπατριώτες μου (γενικά εμείς οι Έλληνες αγαπάμε πολύ την ετυμολογία), που ίσως επηρεάζονται από το ότι η λέξη «έτυμος» σημαίνει «αληθής». Για παράδειγμα, η λέξη μπουτίκ, που την αναφέραμε τώρα, αν και ετυμολογείται από την αποθήκη, δεν έχει καμιά σχέση σήμερα με την αποθήκη, είτε στα ελληνικά είτε στα γαλλικά, και αν πείτε σε κάποια φίλη σας, που είναι ιδιοκτήτρια μπουτίκ, ότι το κατάστημά της «κατά βάθος» δεν είναι παρά μια αποθήκη, ότι η πραγματική του σημασία είναι αυτή, ασφαλώς δεν θα χαρεί. Θα έλεγα μάλλον ότι η ετυμολογία δείχνει την ιστορία των λέξεων, δείχνει τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων εκείνων που ονομάτισαν τα πράγματα, τον τρόπο με τον οποίο συλλάμβαναν τα πράγματα, τις λέξεις και τον κόσμο τους
Σέλφι από το Παρίσι. Μπορείτε να βρείτε πού είναι βγαλμένη η φωτογραφία;
Κι έτσι, μπήκαμε στον τομέα των γλωσσικών δανείων. Λένε συχνά ότι τα δάνεια αποτελούν απειλή για την ελληνική γλώσσα. Εγώ πιστεύω ότι, σε αντίθεση με τα χρηματικά δάνεια, τα οποία, σε περίπτωση υπέρμετρης χρήσης, μπορούν να οδηγήσουν ένα νοικοκυριό στην καταστροφή ή μια χώρα στη χρεοκοπία (και έχουμε δυστυχώς αρκετά τέτοια παραδείγματα), τα γλωσσικά δάνεια εμπλουτίζουν τη γλώσσα-αποδέκτη, κάτι που αποδεικνύεται αν δούμε την αγγλική γλώσσα η οποία έχει το μεγαλύτερο λεξιλόγιο απ’ όλες τις γλώσσες του κόσμου, ακριβώς επειδή σε όλη την ιστορία της δεν έπαψε ποτέ να δανείζεται, αφειδώς, από όλες τις γλώσσες, ακόμα και τις τελευταίες δεκαετίες, που κατέλαβε κυρίαρχη θέση σε παγκόσμια κλίμακα. Άλλωστε, και τα αρχαία ελληνικά, ακόμα κι όταν αποτελούσαν την κυρίαρχη γλώσσα στην κλίμακα του μεσογειακού κόσμου, δεν φοβούνταν τα δάνεια. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν λέξεις όπως αρραβών, χιτών, σινδών, αγγαρεία, μάγος ή παράδεισος, από τις οποίες οι τρεις πρώτες είναι σημιτικά δάνεια και οι άλλες τρεις περσικά, για να μην αναφέρουμε και τις προελληνικές λέξεις, όπως θάλασσα ή σύκον. Κανείς δεν θα διαμαρτυρόταν για δάνεια όπως αυτά.
Παρόμοια, τα νέα ελληνικά έχουν λέξεις όπως γιλέκο (απ’ όπου και το γαλλ. gilet), παπούτσι ή τσέπη, τουρκικής προέλευσης, σπίτι, πόρτα ή σκάλα (λατινικής προέλευσης, και πολύ περισσότερα είναι τα ιταλικά ή βενετικά δάνεια), λουλούδι, βάλτος ή σανός, βαλκανικής προέλευσης, αλβανικό δάνειο η πρώτη και σλαβικό οι άλλες δύο, βόλεϊ, μπάσκετ ή γκολ, αγγλικής προέλευσης, και αμορτισέρ, καρμπιρατέρ ή καλοριφέρ, γαλλικής προέλευσης.
Ένα από τα τρία παραδείγματα γαλλικών δανείων είναι και η λέξη «καλοριφέρ», radiateur στα γαλλικά. Πρόκειται για δάνειο από μια άλλη γαλλική λέξη, calorifère, η οποία δεν ακούγεται και πολύ σήμερα στη Γαλλία, αν και στο Κεμπέκ εξακολουθεί να χρησιμοποιείται. Προφανώς, όταν έγινε το δάνειο, στον μεσοπόλεμο, η λέξη calorifère ακουγόταν περισσότερο στη Γαλλία. Από την άλλη, στα γαλλικά έχουμε λέξεις που έχουν δημιουργηθεί από στοιχεία ελληνογενή, οι οποίες είναι ανύπαρκτες στα ελληνικά, όπως η λέξη haltérophilie. Ακούγεται ελληνική λέξη, αλλά η αντίστοιχη ελληνική λέξη, που θα ήταν αλτηροφιλία δεν υπάρχει ούτε στα αρχαία ούτε στα νέα ελληνικά• εμείς λέμε «άρση βαρών», που θα μεταφραζόταν στα γαλλικά soulèvement de poids• αν πείτε σε κάποιον Έλληνα τη λέξη «αλτηροφιλία» δεν νομίζω να καταλάβει τι σημαίνει, και δεν αποκλείεται να σκεφτεί ότι έχει κάποια σχέση με το άλμα.
Θα μπορούσα πάντως να διαλέξω μιαν άλλη τριάδα δανείων από τη γαλλική γλώσσα, όπως μοντάζ, γκαράζ, μακιγιάζ, για να δείξω τρεις τομείς που είχαν κατακλυσθεί από γαλλικά δάνεια (κινηματογράφος, αυτοκίνητο, καλλωπισμός) ή ακόμη τον τομέα της ραπτικής και της μόδας, όπου όλοι σχεδόν οι όροι, επί δεκαετίες, ήταν γαλλικής προέλευσης. Πολλά από αυτά τα δάνεια δεν ακούγονται πια, άλλα έχουν περιθωριοποιηθεί, αρκετά όμως εξακολουθούν να είναι πολύ ζωντανά. Μερικές φορές, αντικαταστάθηκαν από αυτόχθονες όρους• για παράδειγμα, η λέξη σοφέρ, που έρχεται από τα γαλλικά, chauffeur, παρόλο που ακουγόταν πολύ επί δεκαετίες, έχοντας μάλιστα δώσει και αρκετά παράγωγα (σοφάρω, σοφεράκι, σοφεράντζα, κτλ.), σήμερα δεν ακούγεται και τόσο, την έχει επισκιάσει η ντόπια λέξη οδηγός. Κάποτε, η αντικατάσταση γίνεται από αγγλικά δάνεια. Σε μια εκπομπή της πρωινής ζώνης (οι περισσότερες από αυτές δεν είναι της υψηλής διανόησης), είχαν προσκαλέσει μια κοπέλα.
- Και με τι ασχολείστε;
- Είμαι μέικ-απ άρτιστ, απάντησε εκείνη.
- Και πώς λέγεται αυτό στα ελληνικά;
- Χμμμ… μακιγιέρ, όχι; (Να σημειωθεί ότι στα ελληνικά, επειδή το γαλλικό γένος δεν γίνεται πάντοτε αντιληπτό, λέμε εξίσου η μακιγιέρ και η μακιγιέζ).
Όμως, μερικές φορές τα παλαιότερα αυτά δάνεια αντιστέκονται στα νεοφερμένα. Στη δεκαετία του 1960-70, τα μοντέρνα διαμερίσματα της Αθήνας είχαν λίβινγκ, όρος δάνειος από τα αγγλικά, ο οποίος προσωρινά σχεδόν εκτόπισε το γαλλικό δάνειο σαλόνι. Σήμερα όμως η λέξη λίβινγκ ακούγεται πολύ λιγότερο, ενώ η λέξη σαλόνι έχει επανέλθει, πλάι στον αυτόχθονα όρο καθιστικό. Αλλά πλατειάζω.
…………………………………
Και σαν υστερόγραφο, μπορείτε, όσοι ξέρετε καλά το Παρίσι, να βρείτε σε ποιο σημείο του Παρισιού είναι βγαλμένη η φωτογραφία;
Ν.Σαραντάκος
ΤΟ ΒΗΜΑ