Η περίπτωση τού ελληνικού αλφαβήτου είναι ενδιαφέρουσα για τη γενικότερη προσέγγιση τού θέματος της γραφής, διότι ο ελληνικός πολιτισμός υπήρξε ένας κατεξοχήν «πολιτισμός τού γραπτού λόγου». Είναι ένας πολιτισμός που δεν νοείται «ερήμην» των κειμένων του, δηλ. έξω από την έκφραση, τη μετάδοση και τη διάδοση των πνευματικών κατακτήσεων και προβληματισμών των Ελλήνων σε όλους τους χώρους.
Αυτό προϋποθέτει τη γνώση και τη χρήση της γραφής, και μάλιστα σε ευρεία κλίμακα ως προς τους χρήστες (όχι προνόμιο των ολίγων), σε πρώιμο χρόνο (τον χρόνο που άρχισαν να δημιουργούνται μεγάλα πνευματικά έργα) και μέσα από ένα οικονομικό, λειτουργικό και αποτελεσματικό σύστημα, δηλ. ένα πρακτικό και επαρκές αλφάβητο, όπως αποδείχθηκαν το ελληνικό αλφάβητο και (το επιγέννημά του μέσω των Ετρούσκων) το λατινικό αλφάβητο. Ας σημειωθεί ακόμη ότι στο ελληνικό ανάγουν την καταγωγή τους μια σειρά άλλων αλφαβήτων: το σλαβικό (κυριλλικό) και το γλαγολιτικό, το αλβανικό, το μεσσαπικό, το κοπτικό, το γοτθικό, το κελτικό και τα αρχαία λυκικό, φρυγικό, παμφυλιακό, καρικό και λυδικό.
Το ότι χρησιμοποιήθηκαν περισσότερες γραφές στον ελλαδικό χώρο (γραμμική γραφή Α, γραμμική γραφή Β, κυπρομινωϊκή γραφή, κυπριακό συλλαβάριο, αλφαβητική γραφή) δείχνει την αγωνία των Ελλήνων να εκφρασθούν γραπτώς, με προφανή επίγνωση ότι χωρίς τη γραφή καμιά ανθρώπινη, απαιτητική από τη φύση της, δραστηριότητα δεν μπορεί να υποστηριχθεί και να έχει ευρύτερα αποτελέσματα σε χρόνο, σε χώρο και σε έκταση. Κατά τα λόγια τού έγκριτου σημιτολόγου καθηγ. John Healey «πραγματικό αλφάβητο (a true alphabet) ετέθη για πρώτη φορά σε λειτουργία από τους Έλληνες, ένα αλφάβητο στο οποίο δηλώνονταν όχι μόνο τα σύμφωνα αλλά και τα φωνήεντα».
Το κίνητρο που οδήγησε στην αλλαγή αλφαβήτου ήταν η άμεση ανάγκη καταγραφής τού πλούσιου προφορικού λόγου στη φιλοσοφία, στην ποίηση, στην ιστορία, στο θέατρο, στην επιστήμη, στην εκπαίδευση και εξίσου πιεστικά στη δημόσια διοίκηση (νόμους, θεσμούς, αποφάσεις, ψηφίσματα, συμφωνίες κ.λπ.). Επειδή δε όλες αυτές οι διαδικασίες και οι μαθήσεις διέπονταν από ένα διάχυτο δημοκρατικό πνεύμα, απαιτείτο να είναι προσιτές σε όλους τους πολίτες. Χωρίς το ελληνικό αλφάβητο και την εύκολη χρήση του ο πολιτισμός των Ελλήνων ούτε θα εδραιωνόταν, ούτε θα σωζόταν, ούτε θα γινόταν ευρύτερα γνωστός μέσα και έξω από την Ελλάδα.
Βεβαίως, μιλώντας για γραπτά κείμενα και ελληνική γραφή, αναφερόμαστε πάντοτε στη γλώσσα, εν προκειμένω στην ελληνική γλώσσα που δηλώνεται διά της γραφής. Αλλά η ίδια η καλλιέργεια της γλώσσας, τουλάχιστον της Ελληνικής, δεν θα είχε φτάσει ποτέ στον εκφραστικό πλούτο και στο υψηλό επίπεδο καλλιέργειας που την διακρίνει, αν δεν είχε περάσει από τη σμίλη τού γραπτού λόγου με προϋπόθεση ένα λειτουργικό αλφάβητο που την αποτυπώνει εύκολα, γρήγορα και ποιοτικά, με ακρίβεια και πληρότητα.
Η σύνδεση της γραφής και τού γραπτού λόγου υπήρξε τόσο έντονη στην ελληνική σκέψη, ώστε η όλη ενασχόληση με τη μελέτη της δομής της γλώσσας στηρίχτηκε στα γράμματα και ονομάστηκε γραμματική, όρος ο οποίος διά της Λατινικής (grammatica) πέρασε σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Κι αυτό γιατί η ενασχόληση με τη γλώσσα, την ανάλυση και τη λειτουργία της, βασίστηκε στα γραπτά κείμενα, σε ό,τι έχει γραφεί. Η ίδια η ονομασία κείμενο στην αντίληψη των Ελλήνων είναι «ό,τι κείται», ό,τι υπάρχει ως γραπτός λόγος, ευρύτερα προσιτός και αξιόπιστος αφού προσφέρεται στην κοινή προσπέλαση. Και για να έχει κύρος και αξιοπιστία μια λέξη ή ένας γραμματικός τύπος για τους αρχαίους Έλληνες γραμματικούς εξεταζόταν αν «κείται ή ου κείται», αν παραδίδεται ή όχι στον γραπτό λόγο που λειτουργούσε ως πρότυπο.
Η σημασία της επινόησης τού ελληνικού αλφαβήτου γενικότερα για τον πολιτισμό τονίζεται με ιδιαίτερη έμφαση από τον καθηγητή τής φιλοσοφίας τού Harvard και τού Yale Eric Havelock: «Η επινόηση τού ελληνικού αλφαβήτου – αντίθετα προς όλα τα προηγούμενα συστήματα, συμπεριλαμβανομένου και τού φοινικικού – απετέλεσε στην ιστορία τού ανθρώπινου πολιτισμού ένα γεγονός, τού οποίου η σπουδαιότητα δεν έχει πλήρως κατανοηθεί ακόμη και μέχρι σήμερα. Η εμφάνιση τού ελληνικού αλφαβήτου διαχωρίζει όλους τούς πριν από τον ελληνικό («pre-Greek») πολιτισμούς από εκείνους που ακολουθούν μετά τον ελληνικό πολιτισμό («post-Greek»)».
Γεώργιος Μπαμπινιώτης, ΤΟ ΒΗΜΑ, 02/11/2014