Του Αλέξανδρου Δεσποτόπουλου, συμβούλου διοίκησης του Εκπαιδευτικού Ομίλου Δομή
Εχει αναπτυχθεί ευρύς διάλογος τελευταία σχετικά με τις διάφορες στρεβλώσεις και παραδοξότητες την ελληνικής πραγματικότητας που μαζί με τον κρατικό οικονομικό προστατευτισμό περιορίζουν την ανταγωνιστικότητα και κατ’ επέκταση την ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας.
Τη στιγμή που η οικονομική δραστηριότητα βιώνει τη χειρότερη μεταπολεμική κρίση και η χώρα τον εντονότερο δημοσιονομικό εκτροχιασμό της μεταπολίτευσης, εξακολουθούμε είτε να μην αντιλαμβανόμαστε τις παραδοξότητες αυτές ή ακόμη χειρότερα να τις συζητούμε αόριστα μεν, αλλά να μην τολμούμε με συγκεκριμένα βήματα την απάλειψή τους δε.
Η παιδεία αποτελεί δυστυχώς τον τομέα με τις περισσότερες ίσως αγκυλώσεις στην άσκηση της επιχειρηματικότητας. Η προσπάθεια εκ μέρους της πολιτείας «τακτοποίησης» της εκκρεμότητας με την αναγνώριση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων κολεγίων - πτυχιούχων Πανεπιστημίων του εξωτερικού αποτελεί το πιο τρανταχτό ίσως παράδειγμα ακατανόητων αγκυλώσεων, κρατικής ιδεοληψίας και στείρου προστατευτισμού.
Σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, όπως έχει διαμορφωθεί και με τις σχετικά πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις, η κοινή λογική και η έννοια της οικονομίας κλίμακας που διέπει όλες τις επενδύσεις παγκοσμίως λείπουν παντελώς και υπερισχύει το ακατανόητο ελληνικό πνεύμα του πολυκερματισμού των δομών και του άκρατου προστατευτισμού. Ετσι, σύμφωνα με το ισχύον πλαίσιο, για την παροχή προγραμμάτων εκπαίδευσης διάρκειας έως 18 μήνες οφείλει ο ενδιαφερόμενος να ιδρύσει Εργαστήριο Ελευθέρων Σπουδών.
Σε περίπτωση που κάποιο από τα προγράμματα σπουδών προσφέρεται σε συνεργασία με Πανεπιστήμιο ή γενικά φορέα του εξωτερικού, τότε ο νόμος απαιτεί την ίδρυση κολεγίου. Ο νόμος δηλαδή του ελληνικού κράτους αποκλείεται τη συνεργασία των Εργαστηρίων Ελευθέρων Σπουδών με εκπαιδευτικούς φορείς του εξωτερικού, ωσάν τέτοιες συνεργασίες να αποτελούν για κάποιο λόγο κίνδυνο για τη δημόσια τάξη.
Την ίδια στιγμή, για την αρχική κατάρτιση των ενηλίκων σε διετή προγράμματα σπουδών προβλέπονται τα Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης και για την κατάρτιση των ανέργων και των εργαζομένων τα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης. Για την εκμάθηση ξένων γλωσσών ο νόμος απαιτεί την ίδρυση Κέντρου Ξένων Γλωσσών, στα οποία όμως απαγορεύεται η μεταφορά οποιασδήποτε άλλης γνώσης - όπως π.χ. πληροφορικής, βάσει ισχύοντος νόμου που μετρά παραπάνω από 60 χρόνια ζωής.
Ετσι, λοιπόν, ο ιδιοκτήτης Κέντρου Ξένων Γλωσσών δεν επιτρέπεται να αξιοποιήσει χώρο πληροφορικής που διαθέτει για την εκμάθηση π.χ. βασικών δεξιοτήτων πληροφορικής, αφού απαγορεύεται από τον νόμο. Μία λύση θα ήταν εκτός από το Κέντρο Ξένων Γλωσσών, ο επιχειρηματίας να αναπτύξει και ένα Εργαστήριο Ελευθέρων Σπουδών, προκειμένου να προσφέρει και μαθήματα πληροφορικής στις άδειες για κάποιες ώρες αίθουσες που διαθέτει. Δυστυχώς όμως ο νόμος απαγορεύει τη συστέγαση Κέντρου Ξένων Γλωσσών με Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών.
Αυτό πρακτικά σημαίνει, ότι ακόμη και αν ο ιδιοκτήτης του Κέντρου Ξένων Γλωσσών διαθέτει ελεύθερες και ανεκμετάλλευτες αίθουσες στο Κέντρο του καθώς και τα 10.000 ευρώ παράβολο που απαιτούνται για την κατάθεση αίτησης άδειας Εργαστηρίου, θα πρέπει να νοικιάσει ένα τελείως ξεχωριστό κτίριο ή χώρο, με διαφορετική είσοδο για την παροχή μαθημάτων πληροφορικής. (Φυσικά την ίδια στιγμή οργιάζουν οι φήμες ότι το κράτος μας κλείνει τα μάτια του σε εξετάσεις πιστοποίησης ξένης γλώσσας που λαμβάνουν χώρα στα ίδια τα Κέντρα που σπουδάζει ο υποψήφιος και με ταυτόχρονους επιτηρητές τους ίδιους τους καθηγητές του, λαμβάνοντας με ερωτηματικά ένα «ισχυρό» χαρτί για πρόσληψη στο Δημόσιο).
Η συστέγαση όλων των παραπάνω τύπων εκπαίδευσης (ΙΕΚ, ΚΕΚ, κολέγια, ΕΕΣ, Κέντρα Ξένων Γλωσσών κ.λπ.) για κάποιο ανεξήγητο λόγο επίσης απαγορεύεται σε αυτήν τη χώρα. Ο επιχειρηματίας λοιπόν που επιθυμεί να επενδύσει στην Ελλάδα για την ίδρυση και λειτουργία ενός εκπαιδευτικού οργανισμού που να παρέχει προπτυχιακές σπουδές, κατάρτιση, σεμινάρια και ξένες γλώσσες θα πρέπει να δημιουργήσει τουλάχιστον τέσσερις ξεχωριστές μονάδες, σε διαφορετικούς χώρους, με διαφορετικό εξοπλισμό για κάθε χώρο και χωρίς τη δυνατότητα αλληλοχρήσης των αιθουσών.
Για να γίνει πιο κατανοητό, το ελληνικό κράτος απαγορεύει στην ίδια δομή να καταρτίζεται ένας νέος στην πληροφορική σε πρόγραμμα κατάρτισης και στη διπλανή αίθουσα ένας άλλος νέος να σπουδάζει ψυχολογία σε επίπεδο bachelor.
Την ίδια στιγμή λοιπόν που δημιουργούνται πολυδύναμες εκπαιδευτικές μονάδες στα Βαλκάνια και σε όλον τον κόσμο, που προσφέρουν σε οικονομία κλίμακας διάφορες εκπαιδευτικές υπηρεσίες (προγράμματα προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών, τεχνικά επαγγέλματα, ξένες γλώσσες, σεμινάρια κατάρτισης, πληροφορική κ.λπ.), συνεχίζουμε να λειτουργούμε στο καθεστώς «τα πάντα απαγορεύονται» αλλά τελικά «τα πάντα επιτρέπονται».
Εχει ωριμάσει πλέον ο καιρός να απαλειφθούν οι παραπάνω στρεβλώσεις και να απελευθερωθεί η επιχειρηματικότητα στον χώρο της εκπαίδευσης από τα δεσμά της πολυνομίας και των πολλαπλών και ανεξήγητων απαγορεύσεων.
Και αυτό όχι απλά προς όφελος της οικονομικής δραστηριότητας, η οποία δεν θα πρέπει επιτέλους να δαιμονοποιείται αφού και δημόσιο πλούτο παράγει, μέσω της φορολογίας αλλά και θέσεις εργασίας, αλλά κυρίως για την αναβάθμιση της μεταλυκειακής εκπαίδευσης και κατάρτισης στη χώρα μας μέσα από αυστηρότατους ελέγχους, η παροχή της οποίας σήμερα αποτελεί δυσβάσταχτο μαραθώνιο για όποιον το επιχειρεί.