Στο άκουσμα της επιβολής ΦΠΑ 23% στα φροντιστήρια Μέσης Εκπαίδευσης πλήθος γονέων σοκαρίστηκε δηλώνοντας αδυναμία να ανταποκριθούν στα νέα υψηλά δίδακτρα, ειδικά αν έχουν παιδιά σε τάξεις του λυκείου, όπου δυστυχώς τα φροντιστήρια δε μπορούν εύκολα να αποφευχθούν. Μάλιστα, πολλοί ήδη προχωρούν σε περικοπές μαθημάτων, επιλέγοντας τα παιδιά τους να προετοιμαστούν στα πλέον βασικά, ή αναστέλλουν τη φοίτηση τους στα φροντιστήρια τουλάχιστον για το Σεπτέμβριο, τηρώντας στάση αναμονής.
Πάντως , την πεποίθησή του πως δεν θα εφαρμοστεί το 23% στα φροντιστήρια εκφράζει ο Δημήτρης Βόσνος, πρόεδρος του Συλλόγου Φροντιστών Μ.Ε. Αρκαδίας κι εκπρόσωπος της Νοτίου Πελοποννήσου στην Ομοσπονδία του κλάδου, μιλώντας στο eleftheriaonline.gr. Όπως τονίζει ««Δεν έχουν καμιά δικαιολογία να επιμείνουν στο 23% ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση» αναφερόμενος στα κόμματα και στις δεσμεύσεις τους, με δεδομένο πως δεν είναι κάτι τέτοιο απαιτητό από τους θεσμούς, όπως εξηγεί.
Το ενδεχόμενο επιβολής του 23% θα οδηγήσει σε αδιέξοδο πλήθος μικρομεσαίων οικογενειών σημειώνει, περιγράφοντας την αγωνία των γονιών που φτάνουν στα φροντιστήρια αυτές τις ημέρες για την εγγραφή των παιδιών τους, προχωρώντας μάλιστα στην περικοπή μαθημάτων, ύστερα από το σοκ των νέων διδάκτρων, αφού αν κάποιος θα πλήρωνε για όλα τα μαθήματα 300 ευρώ, με τον ΦΠΑ θα πρέπει να πληρώνει γύρω στα 370 ευρώ το μήνα.
«Το μέτρο αυτό θίγει κατά κύριο λόγο τη μέση και φτωχή οικογένεια. Εκείνη που δε μπορεί να στείλει τα παιδιά της στο μεγάλο ιδιωτικό σχολείο, ούτε στα ακριβά ιδιαίτερα, αλλά παλεύει μέσα από τα οργανωμένα φροντιστήρια με προσιτές τιμές, σύμφωνα και με τους πληγωμένους οικογενειακούς προϋπολογισμούς για να βοηθήσουν τα παιδιά τους» παρατηρεί ο κ. Βόσνος υπολογίζοντας πως τα 70 ευρώ περίπου επιβάρυνσης για δίδακτρα 300 ευρώ που αντιστοιχούν σε 4 -5 μαθήματα για κάθε μαθητή Β’ ή Γ’ λυκείου, είναι δυσβάσταχτη για τις περισσότερες οικογένειες. Όπως λέει, κάποιοι προσπαθούν να μειώσουν μαθήματα, ενώ άλλοι τηρούν στάση αναμονής και δεν εγγράφουν τα παιδιά τους στα φροντιστήρια. Πολλοί ωστόσο φροντιστές απορροφούν ένα σημαντικό μέρος της όποιας αύξησης. Ωστόσο, το κλίμα είναι αρκετά άσχημο και η ανασφάλεια των οικογενειών μεγάλη.
Σε κάθε περίπτωση υπάρχει η πίστη πως δεν θα επιβληθεί τελικά ο ΦΠΑ. «Όλα τα κόμματα δηλώνουν πως θα υποστηρίξουν τη μη επιβολή του στην ιδιωτική εκπαίδευση και αυτό είναι καταγεγραμμένο» σημειώνει , αναφέροντας το ενδεχόμενο οι πολιτικοί φορείς να χάσουν την αξιοπιστία τους «για τέτοια δευτερεύοντα θέματα, που δεν έχουν την επιβολή από την Τρόικα, την Κομισιόν, την Ευρωπαϊκή Ενωση, γιατί όπως ξέρετε εκεί δεν υπάρχει ΦΠΑ και όπως απαντήθηκε σε ερώτημα της Νέας Δημοκρατίας οι λεγόμενοι θεσμοί δεν ζήτησαν από την Κυβέρνηση να επιβάλει τον ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση». Αρα, όπως λέει: «Δεν έχουν καμία δικαιολογία να επιμείνουν στην επιβολή του ΦΠΑ».
Ο ίδιος εκτιμά πως το δίκαιο αίτημα της ιδιωτικής εκπαίδευσης -που ακουμπάει τη μεσαία και φτωχή οικογένεια- «θα δικαιωθεί».
Από τη μεριά του κλάδου, είναι σε εξέλιξη σειρά συσκέψεων: «Εχουμε τον κλάδο μια γροθιά, ενεργό. Είμαστε όλοι σε διαδικασία επαφών με όλους τους παράγοντες της πολιτικής ζωής, με τα κόμματα. Και κανένας δε λέει ότι έχουμε άδικο. Ολοι λένε ότι θα βοηθήσουν να αρθεί αυτό το άδικο μέτρο».
Πάνω σε αυτό σημειώνει: «Κρατώντας εμείς ψηλά τη σημαία του αγώνα των επιχειρημάτων, του διαλόγου, νομίζω ότι έχουν καταλάβει όλα τα κόμματα και δε νομίζω ότι θα κάνουν κάτι άλλο από το να αφαιρέσουν οριστικά τον ΦΠΑ από την εκπαίδευση, γιατί και στην Ευρώπη οι υπηρεσίες υγείας κι εκπαίδευσης δεν υπάγονται στην επιβολή του ΦΠΑ».
Σημειώνει δε πως: «Αυτή η κοινωνία και ο ελληνικός λαός αισθάνεται πληγωμένος από τη συμπεριφορά των εκάστοτε εξουσιών. Ελπίζω κάποια στιγμή να αποκτήσουμε αξιοπιστία, να αποκτήσουμε την έννοια του δίκαιου μέτρου και να βάλουμε τις σωστές στοχεύσεις όσον αφορά στο τι θα πρέπει να πετυχαίνουμε κάθε φορά, αν θέλουμε να πάμε την κοινωνία μπροστά. Και αυτή την ώρα η οποιαδήποτε αντίστοιχη κίνηση που αφορά στην ιδιωτική εκπαίδευση θα είναι άδικη, δυσβάσταχτη, που θα υπηρετεί, δεν ξέρω τι, όχι όμως τα συμφέροντα του λαού και ειδικά των κατώτερων οικονομικά στρωμάτων».