«Μαμά, εγώ θα μπορέσω να μάθω αγγλικά όπως τα άλλα παιδιά της τάξης;»
Σε κοιτάζει με απορία και θλίψη, γιατί έχει δυσλεξία, και στην τάξη των αγγλικών το μόνο που κάνει είναι να… ζωγραφίζει! Γιατί όπως λέει… «η κυρία μιλάει πολύ γρήγορα», «δεν προλαβαίνω να γράψω και να καταλάβω», και «όλα γυρίζουν στο κεφάλι μου και μπερδεύονται…». Πώς μπορούμε, λοιπόν, να βοηθήσουμε ένα έξυπνο και ικανό παιδί με δυσλεξία να πετύχει σε μια τόσο σημαντική δεξιότητα για τη ζωή, όπως
αυτήν της εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας; Σίγουρα, πάντως, όχι με τον συμβατικό τρόπο διδασκαλίας που θυμίζει κάτι από… «σελίδα 5, άσκηση 6, Κωστάκη, διάβαζε…».
Τα νέα είναι καλά! Σύμφωνα με έρευνες παγκοσμίως, ο πολυαισθητηριακός» τρόπος διδασκαλίας βοηθάει πολύ και είναι απαραίτητος στην εκμάθηση της ξένης γλώσσας σε παιδιά με δυσλεξία και άλλες ειδικές μαθησιακές ανάγκες (ΕΜΑ), ενώ ταυτόχρονα είναι ευεργετικός για όλους τους μαθητές.
Ο εκπαιδευτικός, εκτός από την προφορική διδασκαλία, πρέπει να χρησιμοποιεί χρώμα, εικόνα, ήχο, αφή και σώμα, σε μια προσπάθεια παρουσίασης του μαθήματός του με βιωματικό «ζωντανό» τρόπο.
Διότι μόνο ό,τι μπορέσει να βιώσει και να αισθανθεί ο μαθητής με δυσλεξία, θα καταφέρει τελικά να κατανοήσει και να μάθει.
Αντιθέτως, όταν διδάσκεται μόνο με λεκτικές οδηγίες (κάτι πολύ συνηθισμένο στις τάξεις του ελληνικού σχολείου), όλα περνάνε πολύ «άτονα» στη δική του αντίληψη, με αποτέλεσμα να χάνει το
ενδιαφέρον του, να αποθαρρύνεται και να μειώνεται πολύ η επίδοσή του.
Τι γίνεται στην ανάγνωση
Όσον αφορά στην ανάγνωση, που αποτελεί και τη βασικότερη δεξιότητα που ο μαθητής με δυσλεξία χρειάζεται υποστήριξη και ενίσχυση, ο εκπαιδευτικός οφείλει να βοηθήσει στη φωνολογική επίγνωση
της γλώσσας, δίνοντας κανόνες και ασκήσεις που θα βοηθήσουν στην αποκωδικοποίηση του γραπτού λόγου σε προφορικό.
Η αγγλική γλώσσα είναι «μη φωνητική» γλώσσα, δηλαδή άλλα γράφουμε και άλλα διαβάζουμε, σε αντίθεση με την ελληνική, όπου υπάρχει στενή σχέση μεταξύ γραφήματος-φωνήματος, και έτσι αυτό που γράφουμε, αυτό και διαβάζουμε.
Γι’ αυτό οι εκπαιδευτικοί πρέπει να δίνουν σαφείς κανόνες στα παιδιά, εξηγώντας γιατί το «plane» διαβάζεται «πλέιν» και όχι «πλάνε». Θα ήταν μάταιο να περιμένουν ότι οι μαθητές με δυσλεξία θα το μάθουν επειδή «έτσι διαβάζεται η λέξη…», μια που οι δυσλεξικοί δεν μπορούν να αυτοματοποιήσουν την ανάγνωση των λέξεων χωρίς να τους δίδονται συγκεκριμένοι κανόνες φωνολογικής αποκωδικοποίησης.
Είναι αλήθεια, λοιπόν, ότι τα παιδιά με δυσλεξία μπορούν να πετύχουν στην εκμάθηση της αγγλικής ως ξένη γλώσσα, αν ο εκπαιδευτικός είναι κατάλληλα εκπαιδευμένος ώστε η διδασκαλία του να εντάσσει παιδιά με δυσλεξία και άλλες ΕΜΑ ομαλά μέσα στην τάξη, βοηθώντας τα έτσι να
παρακολουθήσουν με επιτυχία το μάθημα των αγγλικών. Ας μην ξεχνάμε ότι οι μαθητές με δυσλεξία έχουν φυσιολογική ή και άνω του μέσου όρου νοημοσύνη, και αν δεν μπορούν να μάθουν με τον τρόπο που εμείς διδάσκουμε, προφανώς πρέπει να μάθουμε να διδάσκουμε με τον τρόπο που εκείνοι μαθαίνουν.
Αγγελική Παππά