Βέβαιη χασούρα για το Δημόσιο η βοήθεια για τις τράπεζες
Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας του PSI+ και αφού θα έχει διαγραφεί το 53,5% της αξίας των ομολόγων που κατέχουν οι τράπεζες, θα ξεκινήσει η διαδικασία της ανακεφαλαιοποίησής τους από την οποία θα εξαρτηθούν:
1. το καθεστώς ελέγχου των τραπεζών
2. η ουσιαστική συμβολή του τραπεζικού συστήματος στην έξοδο από την κρίση ή η αδυναμία του να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στην ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας και της ανάπτυξης
3. η προοπτική των ίδιων των τραπεζών, η διασφάλιση του ιδιωτικού χαρακτήρα τους και η παρουσία των σημερινών μετόχων.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης αλλά και της τρόϊκας, οι ανάγκες του ελληνικού τραπεζικού συστήματος για νέα κεφάλαια ώστε να ικανοποιούν τις απαιτήσεις της ΤτΕ για τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, ενδέχεται να προσεγγίσουν το ποσό των 40 δισ. ευρώ, το μεγαλύτερο ποσοστό του οποίου θα καλυφθεί μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Σύμφωνα με την τροπολογία που ψηφίστηκε από τη Βουλή η ανακεφαλαιοποίηση, δηλαδή η συμμετοχή του Ταμείου στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών θα γίνει με τρόπο που να διασφαλίζει τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου ως μετόχου, αλλά και την επιχειρησιακή αυτονομία των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Ειδικότερα, η συμμετοχή θα γίνεται μέσω κοινών μετοχών και υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών (οι οποίες θα αποτελούν ένα μικρό ποσοστό των συνολικών κεφαλαίων που θα απαιτηθούν και το οποίο δεν θα ξεπερνά το 10% - 15%).
Η κάθε τράπεζα, μόλις προσδιοριστεί το ύψος των κεφαλαίων που θα χρειαστεί για να καλύψει τις ζημιές από το κούρεμα των ομολόγων αλλά και από τις επισφάλειες που θα προσδιορίσει ο έλεγχος των δανειακών χαρτοφυλακίων από τη Black Rock, θα προχωρήσει σε αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου.
Όχι κάτω από 10% οι παλαιοί μέτοχοι
Το ύψος της ιδιωτικής συμμετοχής, δηλαδή η συμμετοχή των παλαιών μετόχων στην αύξηση θα προσδιοριστεί με απόφαση του υπουργού Οικονομικών, αλλά δεν μπορεί να είναι σε καμία περίπτωση μικρότερη του 10% των απαιτούμενων κεφαλαίων. Το ποσοστό αυτό που υπό διαφορετικές συνθήκες θα φαινόταν ελάχιστο, στην πραγματικότητα είναι εξαιρετικά υψηλό, αν ληφθεί υπόψη ότι η περιουσία των μετόχων, μικρών και μεγάλων, έχει απομειωθεί δραστικά, λόγω της κατάρρευσης των τιμών των μετοχών στο Χρηματιστήριο. Συνεπώς θα κληθούν να τοποθετήσουν το 10% των κεφαλαίων σε μια επένδυση από την οποία έχουν ήδη υποστεί τεράστιες ζημιές, άνω του 85%.
Εφόσον οι αυξήσεις κεφαλαίου πραγματοποιηθούν με την αναγκαία ιδιωτική συμμετοχή, τότε το Ταμείο ως μέτοχος που θα καλύψει το υπόλοιπο –μεγαλύτερο- ποσοστό των απαιτούμενων κεφαλαίων, ασκεί δικαιώματα ψήφου μέσω των μετοχών που θα κατέχει για θέματα που απαιτούν αυξημένη απαρτία πλειοψηφία και αφορούν στρατηγικές επιλογές για τη διοίκηση του πιστωτικού ιδρύματος, όπως η πώληση περιουσιακών στοιχείων, μεταβιβάσεις, συγχωνεύσεις κ.λ.π. Διαφορετικά ασκεί δικαιώματα επί όλων των θεμάτων και ουσιαστικά αποκτά τον πλήρη της τράπεζας.
Το Ταμείο παραμένει μέτοχος στις τράπεζες έως πέντε χρόνια. Μετά την πάροδο της πενταετίας, το Ταμείο μπορεί να πουλήσει τις μετοχές που κατέχει αλλά απαγορεύεται ρητά οι μετοχές αυτές να διατεθούν προς επιχειρήσεις που ανήκουν έμμεσα ή άμεσα στο κράτος.Μπορούν να πωληθούν στους υφιστάμενους ιδιώτες μετόχους ή σε ξένους επενδυτές. Ο νομοθέτης με τον τρόπο αυτό, διασφαλίζει τον μη κρατικό χαρακτήρα των τραπεζών.
Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, τα κεφάλαια που θα χρειαστούν για την ανακεφαλαιοποίηση είναι τόσα ώστε καμία τράπεζα να μη μπορέσει να τα καλύψει εξ ολοκλήρου μέσα από τη διαδικασία των αυξήσεων κεφαλαίου. Συνεπώς όλες οι τράπεζες θα υπαχθούν στο Ταμείο. Το ζητούμενο είναι εάν θα καταφέρουν στη λήξη της πενταετίας οι ιδιώτες μέτοχοι να ανακτήσουν τον πλήρη έλεγχο των τραπεζών, αγοράζοντας από το Ταμείο τις μετοχές που εκείνο θα κατέχει.
Ακόμα και με τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις και με δεδομένη τη δυναμική της ύφεσης, ακόμη κι αν το κλίμα αντιστραφεί πλήρως σε ένα χρόνο από σήμερα, θεωρείται αδύνατον, το τραπεζικό σύστημα να καταφέρει στην επόμενη πενταετία να διαθέσει το ποσό που θα καταβάλλει το Ταμείο για την ανακεφαλαιοποίησή του.
Σε τί τιμές θα πουλήσει το Ταμείο;
Εφόσον οι ιδιώτες μέτοχοι δεν μπορέσουν να ανακτήσουν τον έλεγχο αγοράζοντας τις μετοχές μετά την πενταετία, το Ταμείο θα μπορεί να τις πουλήσει. Δεδομένου ότι κανείς δεν πιστεύει σήμερα πως μπορεί η κεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών να έχει φθάσει τα 40 δισ. ευρώ το 2017, σε ποια τιμή θα πουλήσει τις μετοχές που θα κατέχει το Ταμείο; Εάν η πώληση των μετοχών γίνει σε χαμηλότερη τιμή, τότε το Ταμείο δηλαδή η περιουσία που σήμερα θα τοποθετήσει το δημόσιο στο τραπεζικό σύστημα, θα πουληθεί ενδεχομένως με σημαντική ζημιά, που μπορεί να προσεγγίζει ακόμη και το 50% της αρχικής αξίας των μετοχών.
Οι μετοχές του Ταμείου, θα αντιστοιχούν στα κεφάλαια που θα λείψουν από το τραπεζικό σύστημα λόγω των ζημιών του PSI και της BlackRock. Όμως για κάθε ένα ευρώ που θα μειωθεί το δημόσιο χρέος με το κούρεμα των ομολόγων, το δημόσιο θα πρέπει να βάλει 1,5 ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Αυτό συμβαίνει επειδή, το χρέος μειώνεται κατά 53,5% όσο και το ποσοστό διαγραφής του, όμως η σωρρευτική ζημία για τις τράπεζες δεν είναι ευθέως ανάλογη, αλλά αυξημένη στο 70% ή και 75%. Αρα θα χρειαστούν κεφάλαια για να καλύψουν 70% ζημιά και όχι 53,5%. Πρακτικά, ενώ το δημόσιο ωφελείται διαγράφοντας 53,5 ευρώ στα 100 από το χρέος του, θα πρέπει στη συνέχεια να βάλει 70 ευρώ για κάθε 100 που χάνουν οι τράπεζες.
Η πρόταση των τραπεζιτών που δεν πέρασε
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι τράπεζες είχαν επεξεργασθεί σχέδιο το οποίο είχαν καταθέσει προς συζήτηση στην κυβέρνηση και την τρόϊκα στόχος του οποίου ήταν να περιορίσει τις ανάγκες των κεφαλαίων από 1:1,5 στο 1:1.
Το σχέδιο πρότεινε, τη δημιουργία εταιρείας ειδικού σκοπού η οποία θα αγόραζε τα νέα ομόλογα που θα δοθούν μετά το κούρεμα στο πλαίσιο της ανταλλαγής. Αποτέλεσμα αυτού θα ήταν, οι τράπεζες να υποστούν ζημία ίση με το 53,5% του κουρέματος. Το ύψος των κεφαλαίων προς ανακεφαλαιοποίηση του συστήματος θα ήταν μικρότερο αφού θα περιοριζόταν στο 53,5 και κατά συνέπεια θα ήταν μικρότερη και η αύξηση του χρέους. Επιπλέον, το τραπεζικό σύστημα, «καθαρό» από ομόλογα στα χαρτοφυλάκιά του, ενδεχομένως θα είχε περισσότερες ευκαιρίες διεξόδου προς τις αγορές για ανεύρεση κεφαλαίων και ρευστότητας.
Η πρόταση πάντως απορρίφθηκε κυρίως λόγω της άρνησης των εκπροσώπων του ΔΝΤ στην Τρόϊκα.
Το δια ταύτα στο πρόβλημα της ανακεφαλαιοποίησης είναι πως το τραπεζικό σύστημα, εφόσον οι συνθήκες δεν βελτιωθούν θεαματικά, δύσκολα θα περάσει τον κάβο και ακόμη κι αν αποφύγει την άμεση κρατικοποίηση κινδυνεύει να παραμείνει ασθενής κρίκος στη διαδικασία της ανάπτυξης, οι δε μέτοχοι μηδε εξαιρουμένων των μικρομετόχων να χάσουν οριστικά μεγάλο μέρος του κεφαλαίου που έχουν επενδύσει μέχρι σήμερα.
protothema.gr