Στις εντυπωσιακές αίθουσές του, σε λιτά θρανία ιδιωτικών φροντιστηρίων ή σε αυτοσχέδιες τάξεις ινστιτούτων, πολιτιστικών φορέων, συλλόγων, εκατοντάδες άνθρωποι -κυρίως ενήλικοι- προσπαθούν να γνωρίσουν καλύτερα τον λαό που κατοικεί στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου. Τα μαθήματα Ελληνικών στην Κωνσταντινούπολη έχουν λάβει μορφή «μόδας».

Ολα ξεκίνησαν το 2009, όταν το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στην Πόλη αποφάσισε να διοργανώσει μαθήματα διδασκαλίας της γλώσσας. Ξεκίνησε με 40 μαθητές, οι οποίοι σε διάστημα ενός έτους είχαν γίνει 200. Ηταν μόνο η αρχή. Η απήχηση των μαθημάτων υπερέβη στη συνέχεια κάθε προσδοκία: Στο Σισμανόγλειο Μέγαρο, όπου γίνονται οι παραδόσεις με ευθύνη του προξενείου, οι μαθητές έφτασαν τους 500, γεγονός που υποχρέωσε τους υπευθύνους να αλλάξουν πολιτική: σταμάτησαν να δέχονται αρχάριους και διατήρησαν μόνο τα τμήματα των προχωρημένων και εξειδικευμένες τάξεις λογοτεχνίας και μετάφρασης.

«Αυτή η αλλαγή πολιτικής είχε ως αποτέλεσμα να ανοίξουν τετραπλάσια σε αριθμό τμήματα σε άλλους φορείς που διδάσκουν την ελληνική γλώσσα στην Κωνσταντινούπολη, ενώ σύντομα το Σισμανόγλειο αναδείχθηκε σε επίσημο εξεταστικό κέντρο της ελληνομάθειας στην Τουρκία», λέει στο «Εθνος» η κ. Εύα Αχλάδη, η οποία συντονίζει τα μαθήματα Ελληνικών στο Σισμανόγλειο μαζί με τις διδάσκουσες κ. Χρυσάνθη Παρασχάκη και κ. Αγγελική Δούρη.

Ερωτευμένη με την ελληνική γλώσσα και κουλτούρα, δηλώνει η τραγουδίστρια Fulya Ozlem.

Σήμερα φοιτούν εκεί 150 μαθητές, οι περισσότεροι Τούρκοι. Ανάμεσά τους ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, άνθρωποι που επισκέφθηκαν ή θέλουν να επισκεφθούν την Ελλάδα. Που ήρθαν σε επαφή με τη χώρα μας μέσω μιας ταινίας, ενός τραγουδιού ή μιας διάλεξης σε κάποια πολιτιστική εκδήλωση. Ή που απλώς αποφάσισαν να δοκιμάσουν ένα «άνοιγμα» σε μια γειτονική χώρα εντρυφώντας στη γλώσσα και στον πολιτισμό της. «Κάποιοι έρχονται να διδαχτούν Ελληνικά για συναισθηματικούς λόγους. Είναι Τούρκοι, οι οικογένειες των οποίων εγκατέλειψαν την Ελλάδα στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληθυσμών. Είναι σαν τους δικούς μας Μικρασιάτες. Στο σπίτι τους είχαν αυτήν την κουλτούρα και τη νοσταλγούν, άκουγαν μικροί Ελληνικά και θέλουν να μάθουν τη γλώσσα που μιλούσαν οι παππούδες τους. Επίσης, οι πολλοί μεικτοί γάμοι που έχουμε τελευταία και η αύξηση του τουρισμού από την Τουρκία στην Ελλάδα έχουν ενισχύσει αυτήν την τάση», λέει η κ. Αχλάδη.

Και Αρμένιοι

«Αλλοι μαθητές είναι Αρμένιοι, ενώ φυσικά έχουμε και μέλη της ελληνικής κοινότητας που για κάποιον λόγο δεν φοίτησαν σε ελληνικό σχολείο ή ξέρουν να μιλούν, αλλά όχι να γράφουν στα Ελληνικά». Πλάι σε αυτές τις διαφορετικές «φυλές» στο Σισμανόγλειο μαθαίνουν επίσης Ελληνικά φοιτητές και ακαδημαϊκοί που το αντικείμενό τους σχετίζεται με τον ελληνικό πολιτισμό ή που παρακολουθούν εξειδικευμένα μαθήματα, όπως μετάφραση και ελληνική λογοτεχνία.


Τα μαθήματα στο Σισμανόγλειο απευθύνονται σε ενηλίκους και γίνονται δωρεάν -με τη χορηγία του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος-, γι' αυτό το προξενείο έχει θέσει πολύ αυστηρούς κανόνες. Δύο τρίωρα μαθήματα την εβδομάδα, με τη σχολική χρονιά να διαιρείται σε δύο εξάμηνα κατά τα ακαδημαϊκά πρότυπα, να έχει συγκεκριμένο πρόγραμμα σπουδών και στο τέλος εξετάσεις.

Μαθήματα Ελληνικών παραδίδονται, επίσης, σε ερευνητικά ινστιτούτα, συλλόγους, ιδιωτικά φροντιστήρια. Μία ιδιαίτερη πρωτοβουλία είναι αυτή του Τούρκου συγγραφέα Ομέρ Χασάν, το βιβλίο του οποίου «Ο Πολιτισμός του Πόντου» έχει μεταφραστεί και στα Ελληνικά. Ο κ. Χασάν εξηγεί ότι διοργανώνει μαθήματα ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού, από τα οποία πέρυσι αποφοίτησαν 50 άτομα. Το πακέτο των 39 ωρών κοστίζει 150 ευρώ. «Είναι πολλοί που επισκέπτονται την Ελλάδα και μετά θέλουν να ξαναπάνε, οπότε θέλουν να γνωρίζουν τη γλώσσα για να συζητούν στα Ελληνικά. Ορισμένοι μαθητές μας είναι φοιτητές πανεπιστημίου που σπουδάζουν φιλοσοφία και η γνώση των Ελληνικών θα τους βοηθήσει στην επιστήμη τους, κάποιοι καθηγητές και κάποιοι απλώς... μερακλήδες! Ξέρετε με το YouTube και το Facebook πολλοί έχουν φίλους Ελληνες και δεν θέλουν να μιλούν μαζί τους μόνο Αγγλικά...».

Μιλάω έξι γλώσσες, όμως τα Ελληνικά είναι η δυσκολότερη


«Οταν επισκέφθηκα για πρώτη φορά το χωριό του Ρος Ντέιλι στην Κρήτη, τον Λαβύρινθο, ερωτεύτηκα την ελληνική γλώσσα και την ελληνική κουλτούρα. Και μια φορά να πας στην Ελλάδα, δεν είναι δυνατόν να μην ερωτευτείς τη χώρα, την κουζίνα της, τον κόσμο της. Οπως οι Ελληνες που επισκέπτονται την Κωνσταντινούπολη αισθάνονται οικειότητα με την Πόλη έτσι και εμείς βρίσκουμε ένα κομμάτι μας στην Ελλάδα». Η Fulya Ozlem, μία από τις μαθήτριες στα τμήματα Ελληνικών του Σισμανογλείου, είναι τραγουδίστρια που ασχολείται με την οθωμανική μουσική, τη μεσαιωνική μουσική της Γαλλίας και της Ισπανίας, τη νοτιοαμερικανική μουσική αλλά και με την παραδοσιακή ελληνική. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο επισκέφθηκε την Ελλάδα ενώ ήταν φοιτήτρια στο Βερολίνο. «Την πρώτη φορά μου άρεσε πολύ η ελληνική γλώσσα, όμως μου φάνηκε πολύ δύσκολη. Μετά είπα 'πώς θα τραγουδάω Ελληνικά, αν δεν γνωρίζω να μιλάω Ελληνικά'; Ξεκίνησα εντατικά μαθήματα στο Βερολίνο και όταν επέστρεψα στην Πόλη συνέχισα στο Σισμανόγλειο. Μιλάω συνολικά έξι γλώσσες αλλά τα Ελληνικά μου φαίνεται η δυσκολότερη», λέει η Fulya. Κι όμως τα μιλά άπταιστα. «Επίσης, σπουδάσα φιλοσοφία και μεγάλο κομμάτι της έχει σχέση με την αρχαία Ελλάδα. Το καλοκαίρι ήρθα στη Λέσβο και με την κατάσταση που συνάντησα εκεί, δεν πήγα αλλού, έμεινα να βοηθήσω. Πιστεύω ότι οι Ελληνες εκεί πρέπει να πάρουν το Νόμπελ Ειρήνης, με όσα είδα αισθάνθηκα ακόμη πιο κοντά στην Ελλάδα...».

Υπέροχη εμπειρία, όμως δεν μπορώ να κάνω εξάσκηση


Τι σχέση έχει η Γενετική με τα Ελληνικά; «Μάλλον καμία», λέει γελώντας ο 30χρονος Semih Ekimler, ερευνητής Γενετικής στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. «Δεν παρακολουθώ τα μαθήματα για επιστημονικούς λόγους, έχω προσωπικό ενδιαφέρον για την ελληνική γλώσσα. Πριν από πέντε χρόνια, πήγα στην Αγγλία για μεταπτυχιακά και εκεί γνώρισα μερικούς φίλους από την Ελλάδα. Τότε κατάλαβα ότι αισθάνομαι πολύ κοντά στους Ελληνες και σκέφτηκα ''Γιατί δεν μαθαίνω Ελληνικά;''. Μετά άρχισα να πηγαίνω στην Αθήνα και στα νησιά για διακοπές. Ετσι, απέκτησα την επιθυμία να μιλήσω τη γλώσσα των ντόπιων».

Πριν από τρία χρόνια, ο Semih ξεκίνησε να μαθαίνει Ελληνικά σε ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο. Συνέχισε να παρακολουθεί μαθήματα στο Σισμανόγλειο Μέγαρο ενώ λίγο αργότερα, όπως λέει, τα φροντιστήρια Ελληνικών πολλαπλασιάστηκαν στην Πόλη. «Βρίσκω υπέροχο το ότι υπάρχει τόσο μεγάλη ζήτηση για τον ελληνικό πολιτισμό στην Κωνσταντινούπολη. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι εδώ δεν έχεις πολλές δυνατότητες να εξασκήσεις τη γλώσσα. Μιλάω πολύ με έναν φίλο μου Ελληνα που ζει στο Αμστερνταμ», λέει και εξηγεί: «Για μένα θα ήταν πραγματικά ωραίο να μπορούσα να ζήσω κάποια στιγμή στην Ελλάδα...».

Κατερίνα Ροββά ethnos.gr